Κάποτε η Ελλάδα ήταν το “μαύρο πρόβατο” της Ευρώπης, υπό καθεστώς μνημονίων και αυστηρής δημοσιονομικής επιτήρησης, ενώ η Γερμανία παρουσιαζόταν ως ο ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας. Σήμερα, όμως, οι ρόλοι φαίνεται να αντιστρέφονται. Η Γερμανία βιώνει μια βαθιά κρίση, με δραστικές περικοπές σε συντάξεις, κοινωνικά επιδόματα και παροχές, καθώς το περίφημο κοινωνικό κράτος της φαίνεται πλέον οικονομικά μη βιώσιμο.
Ο Καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς προκάλεσε σοκ δηλώνοντας ότι «το κράτος πρόνοιας, όπως το γνωρίζουμε, δεν μπορεί πλέον να χρηματοδοτηθεί». Η δήλωσή του αυτή αμφισβητεί ευθέως ένα από τα πιο ιερά πολιτικά δόγματα της μεταπολεμικής Γερμανίας και συνολικά της Δυτικής Ευρώπης. Από τη δεκαετία του 1950, το κοινωνικό μοντέλο της χώρας απορροφά πλέον πάνω από το 30% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 1,3 τρισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ.
Το άλλοτε πρότυπο του “γερμανικού θαύματος” (Wirtschaftswunder) έχει μετατραπεί σε ένα υπερδιογκωμένο και δαπανηρό σύστημα, που πνίγει την παραγωγικότητα και τη βιωσιμότητα της οικονομίας. Οι συντάξεις καταναλώνουν πλέον το 12% του ΑΕΠ, ενώ η αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους έχει συρρικνωθεί δραματικά — από 6 προς 1 το 1962, σε 2 προς 1 σήμερα, και αναμένεται να γίνει 1,5 προς 1 έως το 2035, γεγονός που καθιστά το σύστημα αδύνατο να διατηρηθεί χωρίς αυξήσεις φόρων ή δημιουργία νέων ελλειμμάτων.
Παράλληλα, το κόστος εργασίας έχει εκτιναχθεί: οι εργοδότες επιβαρύνονται με εισφορές που φτάνουν το 50%, ενώ η ώρα εργασίας στη Γερμανία κοστίζει περίπου 62 ευρώ, τη στιγμή που στην Ισπανία κοστίζει 29 και στην Πορτογαλία μόλις 20. Το αποτέλεσμα είναι λιγότερες προσλήψεις, χαμηλότερες αυξήσεις και μείωση της ανταγωνιστικότητας.
Η ενεργειακή κρίση έχει επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Η απώλεια του φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου και η απόφαση για εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας έχουν εκτινάξει το κόστος ηλεκτρισμού σε επίπεδα έως και πέντε φορές υψηλότερα από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Οι βιομηχανίες, ιδιαίτερα η αυτοκινητοβιομηχανία, δέχονται ισχυρό πλήγμα. Κολοσσοί όπως η Volkswagen, Mercedes και BMW χάνουν έδαφος έναντι της Κίνας και της Tesla, ενώ από το 2019 έχουν χαθεί 46.000 θέσεις εργασίας, με προβλέψεις για επιπλέον 186.000 απώλειες έως το 2035.
Η χώρα που κάποτε αποτελούσε τον πυλώνα της ευρωπαϊκής ανάπτυξης, σήμερα καταγράφει αναιμική αύξηση ΑΕΠ (μόλις 1,6% από το 2017) και ύφεση για δύο συνεχόμενα έτη. Το περίφημο “γερμανικό μοντέλο” φαίνεται πλέον παγιδευμένο σε έναν φαύλο κύκλο υπερφορολόγησης, χαμηλής παραγωγικότητας και κοινωνικής κόπωσης.
Το δίλημμα είναι πλέον ξεκάθαρο: η πρόνοια ή η ανάπτυξη. Όσο η αναδιανομή πλούτου υπερβαίνει τη δημιουργία του, τόσο η γερμανική οικονομία θα χάνει τη δυναμική της. Και όπως δείχνουν τα στοιχεία, η “ατμομηχανή της Ευρώπης” κινδυνεύει πλέον να σταματήσει οριστικά.

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα