COVID-19 LIVE όλες οι εξελίξεις

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Δραματικές εξελίξεις με τη φωτιά στον Έβρο: Ενισχύεται η ένταση και η έκταση του πύρινου μετώπου! «Δεν μπορούν να πετάξουν τα εναέρια μέσα», λέει η Πυροσβεστική!

Μάχη αναχαίτισης δίνουν επίγειες και εναέριες δυνάμεις κατάσβεσης και για τη διαφύλαξη του Μικρού (βόρειου) Πυρήνα του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς- Λευκίμης- Σουφλίου

Με το ενεργό μέτωπο της Κοτρωνιάς να μεγαλώνει σταδιακά από χθες καθώς οι νοτιάδες που πνέουν στην περιοχή ενισχύουν την ένταση της πυρκαγιάς, η κατεύθυνση της οποίας είναι ευμετάβλητη, συνεχίζεται για 13η ημέρα η μάχη κατάσβεσης με περαιτέρω αύξηση των επίγειων δυνάμεων στον Έβρο.

Η φωτιά από χθες κατευθύνθηκε προς Γιαννούλη Σουφλίου χωρίς -μέχρι στιγμής- να σπάει την άμυνα των αντιπυρικών ζωνών που δημιουργήθηκαν περιφερειακά του οικισμού όπου επιχειρούν ισχυρές πυροσβεστικές δυνάμεις. Μάχη αναχαίτισης δίνουν επίγειες και εναέριες δυνάμεις κατάσβεσης και για τη διαφύλαξη του Μικρού (βόρειου) Πυρήνα του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς- Λευκίμης- Σουφλίου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Πυροσβεστικού Σώματος επιχειρούν 582 πυροσβέστες με 129 οχήματα και 16 πεζοπόρα τμήματα, ενώ εκ περιτροπής στη διάρκεια της ημέρας συνδράμουν από αέρος 10 πυροσβεστικά αεροσκάφη και επτά ελικόπτερα.

Σημειώνεται ότι στις δυνάμεις κατάσβεσης συμπεριλαμβάνονται και οι ξένες αποστολές.

Αρτοποιός: Δεν μπορούν να πετάξουν τα εναέρια μέσα

Στη δύσκολη κατάσταση που επικρατεί στον Έβρο την ώρα που η φωτιά μαίνεται για 13η ημέρα, αναφέρθηκε ο εκπρόσωπος Τύπου της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, Γιάννης Αρτοποιός.

«Από χθες οι δυνάμεις του Πυροσβεστικού Σώματος έχουν αντιμετωπίσει 85 βασικές αγροτοδασικές πυρκαγιές. Τις περισσότερες τις έθεσαν άμεσα σε έλεγχο. Όσον αφορά το Τσικράκι Φαρσάλων και πάλι αυτό θα τεθεί υπό έλεγχο σύντομα. Έγινε με κοπιώδεις προσπάθειες των πυροσβεστών μας όλη τη νύχτα χθες προκειμένου να μην περάσει πυρκαγιά και βόρεια προς την Ανάβρα και δυτικά προς την περιοχή Σκοπιά» ανέφερε μιλώντας στην ΕΡΤ, ο εκπρόσωπος Τύπου της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, Γιάννης Αρτοποιός.

«Υπάρχει μια μεγάλη δυσκολία λόγω της άπνοιας που υπάρχει, της πολύ ασθενούς έντασης των ανέμων. Οι άνθρωποι οι οποίοι είναι στο πεδίο αυτή τη στιγμή βλέπουμε μια επαγωγική στήλη καπνού, η οποία υπάρχει πάνω από την πλευρά από την περιοχή της περιοχής Γιάννουλη και Σιδηρώ, οι δύο οικισμοί τώρα που μιλάμε δεν κινδυνεύουν, έχουν θωρακιστεί, δεν υπάρχει καμία απειλή για κατοικημένη περιοχή. Ωστόσο, αυτή η επαγωγική στήλη που βλέπετε να επικάθεται ουσιαστικά πάνω από την πυρκαγιά, δημιουργεί πρόβλημα, διότι δεν υπάρχει καθόλου ορατότητα και για τα εναέρια μέσα, τα αεροσκάφη και για τα ελικόπτερα, προκειμένου να επιχειρήσουν με ασφάλεια τις βολές», πρόσθεσε.

«Ωστόσο, υπάρχουν στο πεδίο περισσότεροι από 585 πυροσβέστες αυτή τη στιγμή με 150 οχήματα. Διεθνείς αποστολές οι οποίες έχουν έρθει από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από κράτη τα οποία είναι με διμερείς συμφωνίες. Επομένως ακόμη και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κρίνει ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε μια μεγάλη δυσκολία αυτή
τη στιγμή λόγω κρίσης».

«Οι προβλέψεις δεν κάνουν λόγο για βροχή, ούτε καν για καλυτέρευση των καιρικών συνθηκών από πλευράς ανέμων. Τουναντίον μάλιστα. Την Κυριακή προς Δευτέρα θα έχουμε πολύ μεγάλη ένταση ανέμων. Θα έχουμε έναν βορειοανατολικό άνεμο της έντασης των 7 μποφόρ σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Από τη στιγμή λοιπόν που υπάρχουν αυτά τα δεδομένα, εμείς θα παλέψουμε αυτά τα δεδομένα και θα ήθελα να διαβεβαιώσουμε ότι οι πυροσβέστες αυτή τη στιγμή θέλουν όσο τίποτα άλλο να σβήσει αυτή η πυρκαγιά», τόνισε ο κ. Αρτοποιός.

Πώς η πυρκαγιά του Έβρου επηρεάζει την άγρια πανίδα του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς

Με δύο από τα μέτωπα της πυρκαγιάς να παραμένουν ενεργά και τις προσπάθειες της κατάσβεσης να συνεχίζονται, ενδεχομένως είναι νωρίς για αποτίμηση του μεγέθους του συνόλου των ζημιών. Ωστόσο η καταστροφή είναι ορατή, υπαρκτή με αδιάψευστους μάρτυρες ό,τι αφήνει πίσω της η πύρινη λαίλαπα και το αποτύπωμά της είναι ήδη αισθητό στην ευρύτερη δασική περιοχή του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς- Λευκίμης- Σουφλίου (Ε.Π. Δ.Λ.Σ.).

Ο καθηγητής Οικολογίας και Διαχείρισης Άγριας Πανίδας του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ Δημήτρης Μπακαλούδης και πρόεδρος στο παρελθόν του Δ.Σ. του Φορέα Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου, ο οποίος επισκέφθηκε την πληγείσα περιοχή μιλάει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για την ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης πυρκαγιάς, για το αν και πώς επηρεάζει την άγρια πανίδα καθώς και για τις ενδεδειγμένες ενέργειες αντιμετώπισης των επιπτώσεων σε σχέση με την άγρια πανίδα και τη βλάστηση.

Τα χαρακτηριστικά της πυρκαγιάς

«Η πρόσφατη πυρκαγιά, εκτός από την υψηλή συγκέντρωση βιομάζας, που είχε και η περσινή, έχει δύο σημαντικά χαρακτηριστικά: τη σφοδρότητα τις δύο πρώτες μέρες και το μέγεθος της έκτασης που έπληξε. Μεταδόθηκε ταχύτατα από το σημείο έναρξης στη θέση “Γκίμπρενα” προς τα δυτικά στις “Τρεις Βρύσες” διανύοντας απόσταση περίπου 16 χλμ στο πρώτο 24ωρο, λόγω της μεγάλης ταχύτητας του ανέμου (5-7 μποφόρ) που επικρατούσε τις δύο πρώτες μέρες από την έναρξή της» επισημαίνει ο κ. Μπακαλούδης.

Εκτιμά ότι «αυτό το πρώτο κύμα πρέπει να ήταν και το πιο καταστροφικό, καθώς η πυρκαγιά ήταν επικόρυφη, μεταδιδόταν ταχύτατα και δεν άφηνε μεγάλα περιθώρια διαφυγής των ζώων που βρίσκονταν μπροστά στο μέτωπό της. Τις επόμενες μέρες, με την ένταση να έχει μειωθεί, η πυρκαγιά έκαιγε με μικρότερη σφορδρότητα, μεταδιδόταν με μικρότερη ταχύτητα και συνεπώς τα ζώα είχαν αρκετό χρόνο να αντιδράσουν και να διαφύγουν τον κίνδυνο της φωτιάς».

Το δεύτερο χαρακτηριστικό της πρόσφατης πυρκαγιάς, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι το μέγεθος της έκτασης που έχει πληγεί στο Εθνικό Πάρκο (Ε.Π.). Σε συνδυασμό με την πυρκαγιά που είχε εκδηλωθεί στο νότιο τμήμα του Ε.Π. το 2011, αυτή στον νότιο πυρήνα το 2022 (περίπου 40.000 στρ.), την πρόσφατη που έκαψε όλο το υπόλοιπο του νότιου πυρήνα (28.000 στρ. περίπου), αλλά και το υπόλοιπο νότιο τμήμα του ΕΠ ΔΛΣ προς τη Λευκίμη (συνολικά έχει καεί περισσότερο από το μισό της έκτασής του), καθώς και την περιοχή δυτικά του Ε.Π. που είναι επίσης Ζώνη Ειδικής Προστασίας για την ορνιθοπανίδα (Δάσος Δαδιάς-Δερείου-Αισύμης, GR1110010), δίκαια θεωρείται “μεγαπυρκαγιά”.

Το μεγάλο μέγεθος της καμένης έκτασης, ίσως να επηρεάζει περισσότερο αρνητικά την άγρια πανίδα, γιατί αρκετά είδη απαιτούν εκτεταμένες περιοχές με ώριμα δάση, πολλά είδη είναι δασόβια, δηλ. απαιτούν πυκνό δάσος για να βρίσκουν καταφύγιο και αρκετά είδη εξαρτώνται ισχυρά από το συνδυασμό δασωμένων-ανοικτών εκτάσεων. Αυτό σημαίνει ότι η απώλεια μεγάλου μέρους του δάσους θα έχει σημαντικές επιπτώσεις σε μεγάλο αριθμό ειδών της άγριας πανίδας, τόσο στα πτηνά όσο και στα μεγάλα θηλαστικά.

Η άγρια πανίδα

Ειδικότερα για τα είδη που διαβιούν στη συγκεκριμένη περιοχή, ο κ. Μπακαλούδης αναφέρει: «Στο τμήμα της Ζώνης Α, που καταστράφηκε φέτος ολοσχερώς, υπήρχε η αποικία με τις περισσότερες φωλιές του Μαυρόγυπα. Σ’ αυτό το τμήμα της Ζώνης Α, όπως και στην καμένη περιοχή εκτός της Ζώνης Α, υπήρχαν και αρκετές φωλιές από άλλα αρπακτικά πτηνά, όπως από Φιδαετό, Κραυγαετό, Σταυραετό, Διπλοσάϊνο, Γερακίνα, κ.ά., αλλά και από άλλα πτηνά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως του Μαυροπελαργού.

Στην περιοχή που κάηκε φώλιαζαν αρκετά είδη στρουθιόμορφων (πχ Σπίνος, Καλόγερος, Γαλαζοπαπαδίτσα, Κοκκινολαίμης, Συκοφάγος, Δενδορφυλλοσκόπος, Σταχτοπετρόκλης, Σταχτομυγοχάφτης, Κότσυφας, Αετομάχος, κ.ά.), κορακοειδών (π.χ. Κοράκι), νυκτόβιων αρπακτικών (π.χ. Νανόμπουφος), περιστερόμορφων (Τρυγόνι, Φάσα), και πολλά άλλα είδη πτηνών με ιδιαίτερο ενδιαφέρον προστασίας. Επίσης, διαβιούσαν πληθυσμοί από αρκετά θηλαστικά, όπως Ζαρκάδι, Λύκος, Αλεπού, Πετροκούναβο, Ασβός, Σκίουρος, Δασομυωξός, τρωκτικά κ.ά. καθώς και από ερπετά, όπως χελώνες, σαύρες και φίδια.

Σημειώνει δε, ότι δεν υπάρχουν ακριβή αριθμητικά δεδομένα και ορισμένες εκτιμήσεις απαιτούν αρκετό χρόνο για να γίνουν, ώστε να γνωρίζουμε πόσες φωλιές αρπακτικών έχουν καεί. Πιθανολογεί ωστόσο ότι φωλιές του Μαυρόγυπα έχουν καεί και η συνέχεια των εναπομεινασών (σ.σ. φωλιών) εξαρτάται από την επιβίωση των δέντρων.

Οι αλλαγές που φέρνει η φυσική καταστροφή

Αναφορικά με το πώς η πυρκαγιά επηρεάζει την παρουσία της άγριας πανίδας στην περιοχή, εξηγεί: «Τα είδη που διέφυγαν της πυρκαγιάς, πιθανόν να επιστρέψουν στις θέσεις τους. Τα περισσότερα είδη της άγριας πανίδας (πτηνά και θηλαστικά) εκδηλώνουν φιλοπατρία στις γενέθλιες θέσεις τους και επιστρέφουν εκεί που αναπαράγονταν. Το κρίσιμο είναι εάν θα παραμείνουν και θα προσπαθήσουν την επόμενη χρονιά να αναπαραχθούν. Αυτό προϋποθέτει ύπαρξη διαθέσιμης και επαρκούς τροφής και κατάλληλες συνθήκες φωλεοποίησης για τα πουλιά. Εφόσον αυτές οι δύο συνθήκες δεν ικανοποιούνται, συνήθως μετατοπίζονται σε γειτονικές περιοχές. Αυτό μπορεί να συμβεί και σε βάθος 2-3 ετών.

Αλλά είναι κάτι που δεν γνωρίζουμε και έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να το μελετήσουμε με τους ραδιοπομπούς που έχουν τοποθετηθεί στους Μαυρόγυπες και σε άλλα αρπακτικά της περιοχής που επλήγη. Αρκετά είδη της άγριας πανίδας κάηκαν (πχ ερπετά και θηλαστικά), επειδή δεν μπόρεσαν να διαφύγουν από το μέτωπο της πυρκαγιάς την πρώτη και δεύτερη μέρα, που έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα. Στην πρώτη επίσκεψη έχω εντοπίσει νεκρά ζώα (πχ Ζαρκάδι και χελώνες) πλησίον των δασικών δρόμων, αλλά σίγουρα υπάρχουν περισσότερα στο εσωτερικό του δάσους».

«Θετικά», λέει ο κ. Μπακαλούδης, «θα επηρεαστούν ορισμένα είδη, όπως οι δρυοκολάπτες, μετά την πυρκαγιά εφόσον παραμείνουν ιστάμενα δέντρα σε μικρές ομάδες. Άλλα είδη που θα ευνοηθούν μακροχρόνια είναι αυτά των ανοιχτών περιοχών, όπως το Γιδοβύζι. Θετικό ρόλο θα παίξουν οι άκαυτες νησίδες, στις οποίες εφόσον βρήκαν καταφύγιο κάποια ζώα, αυτά θα αποτελέσουν την πηγή δημιουργίας νέων πληθυσμών που θα επαναποικίσουν σταδιακά τις καμένες εκτάσεις. Επειδή η περιοχή θεωρείται αραιοκατοικημένη, δεν αναμένεται προσέγγιση στις κατοικημένες περιοχές. Ωστόσο, ενδεχόμενο μετακινήσεων αναμένεται εφόσον τα ζώα δεν βρίσκουν επαρκή τροφή να συντηρηθούν, να αναπαραχθούν και να μεγαλώσουν τους απογόνους τους, δεν βρίσκουν κατάλληλες συνθήκες να φωλιάσουν τα πουλιά (ή να αναπαραχθούν τα θηλαστικά), δεν βρίσκουν κατάλληλο ενδιαίτημα καταφυγίου και προστασίας από τους φυσικούς τους εχθρούς».

Η διαχείριση της επόμενης μέρας της πυρκαγιάς

«Οι άμεσες ενδεδειγμένες ενέργειες για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων στην άγρια πανίδα από την πυρκαγιά είναι η απαγόρευση του κυνηγιού στην καμένη έκταση, αλλά πιθανόν και σε περιοχές που γειτνιάζουν με αυτήν. Η συνέχιση της τροφικής ενίσχυσης στην ταΐστρα για τα πτωματοφάγα και πιθανόν με μεγαλύτερες ποσότητες τροφής, λόγω της έλλειψης στην ευρύτερη περιοχή. Η παροχή πρόσθετης τροφής (πχ μηδική ή τριφύλλι) για τα φυτοφάγα ζώα (Ζαρκάδι, λαγό) μέχρι τα πρωτοβρόχια, όπου θα εμφανιστεί η φυσική βλάστηση. Η παροχή τροφής σε ειδικές ταΐστρες για τα σποροφάγα είδη πτηνών, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου η σφοδρότητα της πυρκαγιάς ήταν μεγάλη.

Η παροχή τροφής των δύο τελευταίων περιπτώσεων πρέπει να γίνεται μακριά από κατοικημένες περιοχές και δρόμους, σε απομακρυσμένα σημεία και να αποφεύγεται η συχνή τοποθέτηση της τροφής για αποφυγή εξοικείωσης των ζώων με τον άνθρωπο αλλά και προσέλκυση θηρευτών» επισημαίνει ο αθηγητής Οικολογίας και Διαχείρισης Άγριας Πανίδας του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ.

Τέλος σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της καμένης βλάστησης σε σχέση με την άγρια πανίδα δηλώνει πως «η βλάστηση που έχει επηρεαστεί από την πυρκαγιά θα πρέπει να παραμείνει τουλάχιστον έναν χρόνο όπως είναι, ώστε να είναι εύκολη η διάγνωση της νέκρωσης των δέντρων. Θα πρέπει να αξιολογηθούν όλες οι συστάδες που έχουν νεκρά δέντρα και να γίνει ειδική διαχείριση των νεκρών ιστάμενων. Το Εργαστήριό μας έχει αναπτύξει ειδικό πρωτόκολλο για την αξιολόγηση της κατάστασης των δέντρων άγριας πανίδας. Στο Ειδικό Διαχειριστικό των Έκτακτων Καρπώσεων θα πρέπει να προβλεφθεί η παρακράτηση νεκρών ιστάμενων δέντρων είτε μεμονωμένα ή σε μικρές ομάδες ή και λόχμες.

Back to top button