EΛΛΑΔΑΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Εργασία και γήρανση: Η μεγάλη ανισορροπία του ελληνικού πληθυσμού

Λιγότεροι νέοι, περισσότεροι ηλικιωμένοι — Μπορούμε να αντέξουμε;

Καθώς πλησιάζουμε το 2050, η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα από τα πιο κρίσιμα δημογραφικά σταυροδρόμια στην ιστορία της. Η γήρανση του πληθυσμού, η μείωση των γεννήσεων και η μετανάστευση απειλούν να ανατρέψουν τις ισορροπίες της κοινωνίας και της οικονομίας.

Δημογραφικό: Μια νέα ανάλυση του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών, με τη συμβολή του ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και διευθυντή του ΙΔΕΜ, Βύρωνα Κοτζαμάνη, ρίχνει φως στις μεταβολές που αναμένονται στην Ελλάδα μέσα στις επόμενες δεκαετίες, εστιάζοντας στον πληθυσμό εργασιακής ηλικίας (20-64 ετών) και στους πολίτες άνω των 65 ετών.

Δημογραφικό: Μειώνονται οι νέοι, αυξάνονται οι ηλικιωμένοι

Το φαινόμενο της δημογραφικής γήρανσης δεν είναι νέο, αλλά επιταχύνεται επικίνδυνα. Ο αριθμός των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω, που σήμερα αποτελεί περίπου το 24% του πληθυσμού, προβλέπεται να ξεπεράσει το 33% μέχρι το 2050. Αντίθετα, η ομάδα των 20-64 ετών αναμένεται να μειωθεί δραστικά — κατά 1,7 εκατομμύρια άτομα εάν το μεταναστευτικό ισοζύγιο παραμείνει μηδενικό.

Αυτή η μείωση είναι το αποτέλεσμα πολλαπλών παραγόντων: χαμηλή γονιμότητα τις τελευταίες δεκαετίες, μείωση των γεννήσεων, λιγότερες γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία και φυγή νέων στο εξωτερικό. Παρά την παροδική ενίσχυση από τη μετανάστευση μετά το 1990, οι ηλικίες κάτω των 65 συνεχίζουν να συρρικνώνονται.

Η εργασία στο στόχαστρο: Τι αλλάζει;

Η μεγαλύτερη πρόκληση όμως αφορά την αγορά εργασίας. Αν και το σύνολο του πληθυσμού 20-64 ετών θα μειωθεί, ο αριθμός των εργαζομένων δεν είναι υποχρεωτικό να ακολουθήσει την ίδια πορεία. Όπως επισημαίνει ο κ. Κοτζαμάνης, αν αυξηθεί η συμμετοχή στην απασχόληση —ειδικά των γυναικών και των ατόμων ηλικίας 20-29 και 55-64 ετών— το εργατικό δυναμικό μπορεί να διατηρηθεί κοντά στα σημερινά επίπεδα.

Σήμερα, περίπου το 67% του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας εργάζεται. Εάν αυτό το ποσοστό φτάσει το 82% έως το 2050, τότε η μείωση των εργαζομένων θα περιοριστεί σημαντικά: από 4,015 εκατ. το 2025 σε 3,5 εκατ. το 2050. Αν και λιγότεροι, θα εξακολουθούν να στηρίζουν την οικονομία.

Ωστόσο, ακόμα και σε αυτό το αισιόδοξο σενάριο, η αναλογία εργαζομένων προς άτομα άνω των 65 θα πέσει από 1,64 σε μόλις 1,1.


Το μεταναστευτικό ως πιθανό “αντίβαρο”

Καθοριστικό ρόλο μπορεί να παίξει ένα θετικό μεταναστευτικό ισοζύγιο. Αν η Ελλάδα καταφέρει να προσελκύσει και να ενσωματώσει περίπου 700.000 νέους μετανάστες έως το 2050 —δηλαδή γύρω στις 28.000 εισόδους ετησίως— τότε η εικόνα μπορεί να αλλάξει.

Μια τέτοια εισροή, μικρότερη από αυτήν της περιόδου 1991-2010, θα ενισχύσει τις ηλικίες 20-64, αυξάνοντας τους εργαζόμενους κατά περίπου 500.000 άτομα. Σε αυτή την περίπτωση, ο αριθμός των απασχολούμενων το 2050 θα μπορούσε να φτάσει τα 4 εκατομμύρια, ενώ η αναλογία προς τα άτομα άνω των 65 θα σταθεροποιούνταν στο 1,24 — σημαντικά καλύτερα από την προβλεπόμενη τάση.

Επιπλέον, οι μετανάστες αυτοί, κυρίως ηλικίας 25-49 ετών, θα μπορούσαν να στηρίξουν και τη γονιμότητα, ανατρέποντας εν μέρει τη μείωση των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία — οι οποίες, σε διαφορετική περίπτωση, προβλέπεται να μειωθούν κατά 465.000 (-28%) έως το 2050.

Το ζητούμενο: Ολιστική προσέγγιση και διαρθρωτικές αλλαγές

Ακόμα και με τις παραπάνω παρεμβάσεις, η σημερινή ισορροπία δεν μπορεί να διατηρηθεί. Όπως υπογραμμίζει ο κ. Κοτζαμάνης, δεν αρκεί να μετράμε κεφάλια. Η οικονομική ανθεκτικότητα μιας χώρας εξαρτάται από την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού, την παραγωγικότητα, το επίπεδο εκπαίδευσης και πλήθος άλλων παραμέτρων.

Το δημογραφικό πρόβλημα δεν είναι ζήτημα μόνο των συντάξεων. Αφορά την παραγωγή πλούτου, την κοινωνική συνοχή, την εκπαίδευση, την καινοτομία, ακόμη και την εθνική στρατηγική. Γι’ αυτό και απαιτεί πολυεπίπεδες λύσεις και στρατηγική με ορίζοντα δεκαετιών.

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα



Back to top button