Το φιλόδοξο στεγαστικό πρόγραμμα «Σπίτι μου» ξεκίνησε με μεγάλες προσδοκίες θέλοντας να προσφέρει λύσεις στο πρόβλημα της προσιτής στέγασης για νέους, αλλά η υλοποίηση αποδείχθηκε απογοητευτική. Τα νούμερα δεν επιβεβαιώνουν τις αρχικές εξαγγελίες, ενώ η πραγματικότητα για τους δικαιούχους περιλαμβάνει καθυστερήσεις, ακυρωμένες εγκρίσεις, υπερτιμημένα ή ακατάλληλα ακίνητα, και χιλιάδες ευρώ που έμειναν ανεκμετάλλευτα.
Παρά τις χιλιάδες αιτήσεις και τις μεγαλοπρεπείς δηλώσεις περί επιτυχίας, το πρόγραμμα «Σπίτι μου» έκλεισε τον κύκλο του αφήνοντας πίσω του σημαντικές αστοχίες: από την εκταμίευση μόνο 554 εκατ. ευρώ σε σύνολο 750, μέχρι την επιλογή ακατάλληλων κατοικιών για ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Την ίδια στιγμή, η νέα φάση του προγράμματος «Σπίτι μου 2» φαίνεται να επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη, προκαλώντας περαιτέρω στρεβλώσεις στην ήδη επιβαρυμένη στεγαστική αγορά.
Στεγαστικό πρόγραμμα «Σπίτι μου»: Χιλιάδες απορρίψεις στις αιτήσεις
Παρότι περισσότερα από 9.000 στεγαστικά δάνεια εγκρίθηκαν, σημαντικό ποσοστό δικαιούχων δεν κατάφερε να εντοπίσει κατάλληλο ακίνητο. Ο Κωνσταντίνος Λιβέρης, πρόεδρος του ΠΑΝΣΥΠΟ, εξηγεί πως η απότομη αύξηση στις τιμές των ακινήτων, σε συνδυασμό με τα περιορισμένα εισοδήματα των δικαιούχων, μετέτρεψε τη θεωρητική επιδότηση σε οικονομικό αδιέξοδο. «Η μείωση του επιτοκίου δεν αντιστάθμισε τις αυξημένες τιμές πώλησης», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Από τις 40.000 αιτήσεις που υποβλήθηκαν έως το φθινόπωρο του 2023, μόλις 7.681 κατέληξαν σε πραγματική εκταμίευση δανείων. Το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής παραδέχεται πως από τα 750 εκατ. ευρώ που είχε δεσμεύσει η ΔΥΠΑ, έχουν εκταμιευθεί μόλις 554 εκατ. ευρώ – δηλαδή περίπου το 74% του συνολικού προϋπολογισμού.
Σύμφωνα με τον ΠΑΝΣΥΠΟ, τουλάχιστον 14.500 αιτήσεις απορρίφθηκαν μεταξύ προέγκρισης και τελικής έγκρισης. Ο λόγος; Οι τράπεζες φιλτράρουν τους αιτούντες βάσει πιστοληπτικής ικανότητας – μια διαδικασία που απέκλεισε πολλούς οικονομικά ευάλωτους, μεταξύ αυτών και άτομα ενταγμένα στον νόμο Κατσέλη. «Πολλοί έκαναν αίτηση μόνο και μόνο γιατί ήθελαν να ελπίζουν», τονίζει ο κ. Λιβέρης, υπογραμμίζοντας πως η κυβέρνηση προώθησε ένα πρόγραμμα για πολιτικό αντίκρισμα, χωρίς επαρκή σχεδιασμό.
Σπίτια παλιά, ακατάλληλα και σε υποβαθμισμένες περιοχές
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του προγράμματος αφορά την ποιότητα των ακινήτων. Ο μέσος όρος ηλικίας των κατοικιών που δανειοδοτήθηκαν αγγίζει τα 40 έτη. «Οι περισσότεροι αναγκάστηκαν να αγοράσουν σπίτια που δεν πληρούν βασικές προδιαγραφές αξιοπρεπούς διαβίωσης», εξηγεί ο κ. Λιβέρης. Παράλληλα, τονίζει πως καμία επιτόπια αυτοψία δεν πραγματοποιήθηκε από ελεγκτές της ΔΥΠΑ, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο εμπορικής εκμετάλλευσης των επιδοτούμενων κατοικιών – αντίθετα με τους όρους του προγράμματος.
Η υλοποίηση του προγράμματος δεν κατάφερε να αποκλιμακώσει την αγορά, το αντίθετο μάλιστα. Σύμφωνα με τον Λευτέρη Ποταμιάνο, πρόεδρο του Συλλόγου Μεσιτών Αττικής, «η ζήτηση που δημιουργείται από τέτοια προγράμματα φουσκώνει τις τιμές κατά 10%-15%». Η προσφορά ακινήτων κατάλληλων για το πρόγραμμα είναι περιορισμένη: από τα περίπου 63.000 διαθέσιμα ακίνητα σε πανελλαδικό επίπεδο, μόλις το 22% πληροί τις προϋποθέσεις συμμετοχής.
Και αυτά τα ακίνητα βρίσκονται σε περιοχές με ελλιπή υποδομή και υποβάθμιση, όπως Πατήσια, Κυψέλη, Σεπόλια και Κολωνός. Η εύρεση ανακαινισμένου και ποιοτικού σπιτιού σε προσιτή τιμή αποτελεί πλέον… λαχείο.
Το «Σπίτι μου 2» ακολουθεί την ίδια πεπατημένη λύση
Παρά την αύξηση του συνολικού προϋπολογισμού στα 2 δισ. ευρώ, το νέο πρόγραμμα «Σπίτι μου 2» φαίνεται να αντιμετωπίζει παρόμοια εμπόδια. Χωρίς τη συμμετοχή της ΔΥΠΑ αυτή τη φορά, αλλά με το Ταμείο Ανάκαμψης και τις τράπεζες να χρηματοδοτούν, η διαδικασία παραμένει δυσκίνητη. Οι προεγκρίσεις είναι περιορισμένες και οι τιμές πώλησης παραμένουν εκτός εμβέλειας για τους περισσότερους νέους.
«Ουσιαστικά, η επιδότηση δεν καλύπτει τη διαφορά, γιατί οι αξίες των ακινήτων είναι τεχνητά ανεβασμένες λόγω του προγράμματος», σημειώνει ο κ. Ποταμιάνος, προσθέτοντας πως οι τράπεζες αποτιμούν την αξία των ακινήτων με βάση την πραγματική εμπορική αξία και όχι την υπερτίμηση λόγω ζήτησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, οι δικαιούχοι να πρέπει να καλύψουν με δικά τους κεφάλαια τη διαφορά – συχνά αρκετές χιλιάδες ευρώ.
Η ουσία είναι πως ούτε το αρχικό «Σπίτι μου», ούτε το «Σπίτι μου 2» κατάφεραν να επιλύσουν την κρίση στέγασης. Αντιθέτως, οδήγησαν σε τεχνητή άνοδο τιμών, αύξηση του κόστους στέγασης, και εκτόξευση των προσδοκιών χωρίς αντίκρισμα.
Όπως σχολιάζει ο κ. Λιβέρης, «αντί να επενδύσουν στην κατασκευή νέων κατοικιών – κάτι που θα δημιουργούσε υποδομή και προσφορά σε βάθος χρόνου – επέλεξαν μια κοντόφθαλμη στρατηγική, που απέτυχε». Οι σχεδόν 150 εκατ. ευρώ που έμειναν αδιάθετα είναι ο καθρέφτης μιας πολιτικής που ήθελε να φανεί αποτελεσματική, αλλά δεν έφτασε ποτέ στην καρδιά του προβλήματος: την ουσιαστική, αξιοπρεπή και βιώσιμη στέγαση των πολιτών.
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα