COVID-19 LIVE όλες οι εξελίξεις

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Φρίκη: Ιερέας ομολόγησε την αρπαγή και τη δολοφονία μαθήτριας του κατηχητικού! Τον λάτρευε και του είχε τυφλή εμπιστοσύνη!

Το καλοκαίρι του 1975 η Γκρέτσεν Χάρινγκτον από την Πενσιλβάνια ήταν 8 ετών. Ένα γελαστό, χαρούμενο παιδί, υπόδειγμα μαθήτριας και αφοσιωμένη στα καθήκοντα που της ανέθεταν. Στις 15 Αυγούστου εκείνου του καλοκαιριού, την τελευταία μέρα της ζωής της, παρακολουθούσε, όπως και οι αδελφές της, μια εκκλησιαστική κατασκήνωση αλλά παραλίγο να μην πάει επειδή η μητέρα της είχε μόλις γεννήσει το τέταρτο παιδί της οικογένειας και οι αδελφές της προτιμούσαν να μείνουν στο σπίτι.

Η ευσυνείδητη Γκρέτσεν ζήτησε να πάει μόνη της. Οι γονείς της, την ενθάρρυναν να το κάνει επειδή ήταν πολύ αφοσιωμένη σε αυτή τη δραστηριότητα και δεν έκανε ποτέ απουσίες. Άλλωστε ο πατέρας της ήταν πάστορας. Ήταν η μέρα της Βίβλου και δεν ήθελε με τίποτα να τη χάσει. Η απόφαση αυτή στάθηκε μοιραία για τη ζωή της.

Εκείνη τη μέρα την απήγαγαν και στη συνέχεια τη δολοφόνησαν. Η υπόθεση της σοκαριστικής απαγωγής και δολοφονίας της εξιχνιάστηκε με σαράντα οκτώ χρόνια καθυστέρηση.

Τη Δευτέρα 24 Ιουλίου, ο Τζακ Στολστάιμερ, εισαγγελέας της κομητείας Ντέλαγουερ του Πενσιόν, παρουσίασε στους δημοσιογράφους τα αποτελέσματα της δικαστικής έρευνας που κατέληξε στον απαγωγέα και δολοφόνο της.

Δύο μήνες μετά τη μέρα της εξαφάνισής οι ελπίδες της οικογένειάς της έσβησαν. Στις 14 Οκτωβρίου 1975 βρέθηκε σε αποσύνθεση η σορός της Γκρέτσεν. Η έρευνα για τον εντοπισμό του δράστη της αποτρόπαιης δολοφονίας κράτησε σχεδόν μισό αιώνα.

Μόλις πριν από μία εβδομάδα, ο πάστορας και φίλος της οικογένειας Χάριγκτον ομολόγησε την απαγωγή και τη δολοφονία της.

Σε βάρος του 83χρονου σήμερα Ντέιβιντ Ζάντστρα ασκήθηκαν διώξεις για ανρθωποκτονία, απαγωγή ανηλίκου και κατοχή εργαλείου εγκλήματος. Στην κοινότητα όπου κατοικεί όλη του τη ζωή δεν έχει βρεθεί δικηγόρος για να αναλάβει την υπεράσπισή του.

Η υπόθεση αυτή και η ταυτότητα του δράστη είναι “ο χειρότερος εφιάλτης κάθε γονιού” είπε στους δημοσιογράφους ο εισαγγελέας Στολστάιμερ. “Πρόκειται για έναν άντρα που είναι ένα αμετανόητο αρπακτικό, που συμπεριφέρθηκε σαν να ήταν φίλος, γείτονας και άνθρωπος του Θεού. Και σκότωσε αυτό το δύστυχο κοριτσάκι”.

Ήταν κάτι παραπάνω από ένα οικείο πρόσωπο

Ο Ζάντστρα ήταν ο πάστορας της Εκκλησίας των Πρεσβυτεριανών του Παρεκκλησιού της Τριάδας στο Μαρπλ. Όταν ο πατέρας του Γκρέτσεν ανησύχησε μαθαίνοντας ότι η κόρη του δεν είχε φτάσει στην ημερήσια κατασκήνωση, ο Ζάντστρα ήταν αυτός που κάλεσε την αστυνομία.

Στην πραγματικότητα, ο Ζάντστρα είχε παραπλανήσει τη μικρή προτείνοντάς την να την πάει μια βόλτα. Για αυτήν, ήταν κάτι παραπάνω από ένα οικείο πρόσωπο. Ήταν πάστορας, ο υπεύθυνος του κατηχητικού της και πατέρας μιας από τις καλύτερες φίλες της. Δεν είχε κανένα λόγο να μην αποδεχτεί την πρόταση. Ο άνδρας που τότε ήταν 35 ετών, την οδήγησε σε μια δασώδη περιοχή και την υποχρέωσε να βγάλει τα ρούχα της, αυνανίστηκε μπροστά της και στη συνέχεια την χτύπησε με δύναμη. Το κοριτσάκι κατέρρευσε και πέθανε από τα βάναυσα χτυπήματά του. Έκρυψε το άψυχο σώμα της στο δάσος και επέστρεψε στην Εκκλησία της Τριάδας σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.

Μετά τον εντοπισμό της σορού της, η αστυνομία τον είχε καλέσει για ανάκριση. Ένας αυτόπτης μάρτυρας είχε πει ότι είχε δει το παιδί να μιλά με τον οδηγό ενός πράσινου στέισον βάγκον η περιγραφή του οποίου ταίριαζε με το δικό του. Εκείνος αρνήθηκε ότι την είχε συναντήσει.

Το 1976, ο Ζάντστρα έφυγε από την Πενσυλβάνια. Υπηρέτησε ως πάστορας σε πολλές πολιτείες μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 2005.

Χρειάστηκε να περάσουν άλλα 18 χρόνια, μέχρι τον περασμένο Ιανουάριο οπότε και έγινε μια σημαντική ανακάλυψη. Οι αστυνομικοί που ερευνούσαν την ανεξιχνίαστη υπόθεση μίλησαν με μια παιδική φίλη της κόρης του. Η γυναίκα είπε ότι ένα βράδυ όταν ήταν 10 ετών και είχε πάει να κοιμηθεί στο σπίτι της φίλης της ξύπνησε και είδε τον Ζάντστρα να της χαϊδεύει την κοιλιά. Την επόμενη μέρα το είπε στη φίλη της και κόρη του δολοφόνου για να λάβει την απάντηση ότι ο πατέρας της “το έκανε ορισμένες φορές αυτό”.

Πώς ομολόγησε

Στις 17 Ιουλίου, ειδικό αστυνομικό κλιμάκιο ταξίδεψε μέχρι την πολιτεία της Τζόρτζια, τόπο κατοικίας του Ζάντστρα τα τελευταία χρόνια.

Αρχικά αρνήθηκε ότι είχε ρόλο στην εξαφάνιση της Γκρέτσεν, αλλά όταν του παρουσίασαν τους ισχυρισμούς της παιδικής φίλης της κόρης του, παραδέχτηκε ότι είχε πάει τη Γκρέτσεν μια βόλτα και ότι την χτύπησε τόσο πολύ που την σκότωσε επειδή εκείνη αρνιόταν να βγάλει τα ρούχα της.

Φαινόταν “ανακουφισμένος” μετά την ομολογία του είπε ο Εισαγγελέας. Πλέον έχει τεθεί υπό κράτηση ενώ η αστυνομία έλαβε δείγμα DNA ώστε να ελέγξει αν εμπλέκεται και σε άλλες “παγωμένες” υποθέσεις σε όλη την Αμερική που δεν έχουν εξιχνιαστεί.

Ο πατέρας της Γκρέτσεν είναι εν ζωή. Δεν έχει θελήσει να δει τον άνθρωπο που θεωρούσε φίλο και είναι ο δολοφόνος της κόρης του. Η οικογένεια της περιμένει να οδηγηθεί ενώπιον της δικαιοσύνης. Σε μια σύντομη δήλωσή τους ανέφεραν ότι “η απαγωγή και η δολοφονία της Γκρέτσεν άλλαξαν για πάντα την οικογένειά μας και μας λείπει κάθε μέρα που περνά”.

Κλείνοντας την ενημέρωση στους δημοσιογράφους ο Εισαγγελέας τόνισε ότι “θα τον δικάσουμε και θα τον καταδικάσουμε και θα πεθάνει στη φυλακή” και συμπλήρωσε ότι “τότε θα ανακαλύψει τι επιφυλάσσει ο Θεός σε όποιον κάνει τόσο κακό στα παιδιά μας”.

Back to top button