COVID-19 LIVE όλες οι εξελίξεις

ΚΟΣΜΟΣΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Γερμανία: Η οικονομική κρίση έχει “χτυπήσει την πόρτα” της μεσαίας τάξης

Ο Steffen Cyris, ιδιοκτήτης και διευθύνων σύμβουλος της Schrutka-Peukert, μιας Βαυαρικής εταιρείας που κατασκευάζει ψυγεία για ντελικατέσεν προϊόντα και ψυκτικούς θαλάμους για κρέατα, καυχήθηκε στο περσινό χριστουγεννιάτικο πάρτι για τα γεμάτα παραγγελίες βιβλία της εταιρείας, αποδυναμώνοντας τη συζήτηση για τα δεινά της οικονομίας της Γερμανίας και λέγοντας στους υπαλλήλους του να είναι έτοιμοι για περισσότερη δουλειά το 2024.

Αλλά μέσα σε λίγες εβδομάδες, η αισιοδοξία του Cyris εξαφανίστηκε. Κρεοπωλεία και αρτοποιεία σε όλη τη Γερμανία ακύρωσαν τις παραγγελίες τους, επικαλούμενα την παύση των επιδοτήσεων από τη γερμανική κυβέρνηση στις αρχές Ιανουαρίου. Τώρα, καθώς η γερμανική οικονομία διολισθαίνει βαθύτερα στην ύφεση, ο Cyris ανησυχεί όλο και περισσότερο για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της επιχείρησής του.

“Η κατάσταση είναι τόσο τεταμένη που δεν είμαι βέβαιος ότι θα αρνιόμουν μια προσφορά από έναν επενδυτή αν την πάρω”, δηλώνει στο Bloomberg.

Αυξανόμενη απογοήτευση
Η ανησυχία του Cyris αντανακλά την αυξανόμενη απογοήτευση στις τάξεις των τριών εκατομμυρίων οικογενειακών εταιρειών της Γερμανίας – που εξακολουθούν να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας της χώρας – οι οποίες βρίσκονται σε οριακό σημείο.

Με την οικονομία σε στασιμότητα, το κόστος δανεισμού στα ύψη και τον πολλαπλασιασμό της γραφειοκρατίας, οι ιδιοκτήτες βλέπουν όλο και περισσότερο τις κρίσιμες επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες που καλούνται να κάνουν είτε ως ανέφικτες είτε ότι δεν αξίζουν τον κόπο και σκέφτονται να εγκαταλείψουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα.

“Ο αριθμός των μικρών και μεσαίων γερμανικών εταιρειών που βγαίνουν προς πώληση έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια”, δήλωσε στο Bloomberg ο Jens Krane, επικεφαλής συγχωνεύσεων και εξαγορών στην Commerzbank AG, η οποία ειδικεύεται στις μεσαίες οικογενειακές επιχειρήσεις. Αφού η πανδημία και η ενεργειακή κρίση ώθησαν πολλές επιχειρήσεις στα όριά τους, “ο συνδυασμός των νέων κανονισμών και της ανάγκης για μεγάλες επενδύσεις προκειμένου οι επιχειρήσεις να μετασχηματιστούν ή να αυξήσουν το μεγέθος τους δημιούργησε την αίσθηση ότι “φτάνει οι ζημιές” για πολλούς επιχειρηματίες”.

Κρυφοί πρωταθλητές
Οι μεσαίες οικογενειακές επιχειρήσεις της Γερμανίας έχουν υψηλή φήμη παγκοσμίως καθώς αφορούν εταρείες εξαιρετικά εξειδικευμένες, που απλώνονται σε όλη τη γερμανική επικράτεια και οι οποίες συχνά αποκαλούνται κρυφοί πρωταθλητές. Παραδοσιακά, οι ιδιοκτήτες των μεσαίων οικογενειακών γερμανικών επιχειρήσεων προτιμούσαν να μεταβιβάζουν τις εταιρείες τους εντός της οικογένειας, μέσω κληρονομικής διαδοχής και σκέφτονταν το ενδεχόμενο να πουλήσουν την εταιρεία μόνο αν δεν υπήρχε οικογενειακή λύση ή άλλη μεγάλη ανάγκη.

Ο Burc Hesse, εταιρικός εταίρος στη δικηγορική εταιρεία Latham Watkins, δήλωσε ότι οι συγκεκριμένες εταιρείες είναι πλέον πιο ανοιχτές σε προσφορές από επενδυτές, όπως τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια.

“Αυτό που συνεχίζουμε να ακούμε από τους Γερμανούς ιδρυτές και ιδιοκτήτες είναι ότι η πολυπλοκότητα της λειτουργίας μιας επιχείρησης είναι μεγαλύτερη από ποτέ”, λέει ο Esse.

Κόπηκαν οι επιδοτήσεις στο ρεύμα
Οι συνθήκες για τις μεσαίες οικογενειακές επιχειρήσεις έγιναν ακόμη πιο δύσκολες αφού το συνταγματικό δικαστήριο της Γερμανίας πέρυσι διέταξε τον κυβερνητικό συνασπισμό του Όλαφ Σολτς να περιορίσει τις δημόσιες δαπάνες, άρα και τις επιδοτήσεις για τις επιχειρήσεις που ήδη αντιμετώπιζαν υψηλότερο ενεργειακό κόστος.

“Οι γερμανικές μεσαίες επιχειρήσεις βγαίνουν προς πώληση”, δήλωσε ο Peter May, ιδρυτής της May Consulting, η οποία ειδικεύεται σε οικογενειακές εταιρείες. “Δέχομαι κλήσεις από επικεφαλής τέτοιων επιχειρήσεων σχεδόν κάθε εβδομάδα: Να πουλήσουμε; Μήπως πρέπει να το κάνουμε; Αξίζει ακόμα να είσαι επιχειρηματίας στη Γερμανία;”.

Σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα, η οικογένεια Viessman με έδρα τη Φρανκφούρτη πούλησε πέρυσι τον ομώνυμη εταιρεία Viessmam που κατασκευάζει αντλίες θερμότητας στην αμερικανική εταιρεία Carrier Global Corp. έναντι τιμήματος ύψους 12 δισεκατομμυρίων ευρώ (13,1 δισεκατομμύρια δολάρια).

Η πώληση της Viessman
Η πώληση προκάλεσε τη γενική κατακραυγή της επιχειρηματικής κοινότητας της Γερμανίας, αλλά ήταν απαραίτητη προκειμένου “να οικοδομηθεί ένας παγκόσμιος, ανθεκτικός στο μέλλον πρωταθλητής των αντλιών θερμότητας με περισσότερο βιομηχανικό μέγεθος και κλίμακα”, δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Max Viessmann στο Bloomberg News.

Ως μέρος της συμφωνίας, ο κληρονόμος της εταιρείας έγινε ένας από τους μεγαλύτερους μετόχους της Carrier Global και εντάχθηκε στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας που βρίσκεται στις ΗΠΑ στη Φλόριντα. Ο Viessmann χρησιμοποιεί μέρος των εσόδων του για επενδύσεις και έχει σχέδια να επεκτείνει τις δραστηριότητες του family – office που έχει συστήσει.

Back to top button