Η πασχαλινή αγορά κινείται σε πιο «ζεστούς» ρυθμούς όσο πλησιάζει το Άγιο Πάσχα, με την αγοραστική κίνηση να αυξάνεται τις τελευταίες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας. Τα εμπορικά καταστήματα θα λειτουργήσουν το Μεγάλο Σάββατο από τις 09:00 έως τις 15:00, με την Κυριακή και τη Δευτέρα του Πάσχα να παραμένουν κλειστά.
Αν και οι τιμές του παραδοσιακού οβελία έχουν πάρει την ανηφόρα, φτάνοντας έως και τα 17 ευρώ το κιλό, οι χαμηλότερες τιμές στα καύσιμα —περίπου 12% κάτω σε σχέση με πέρυσι— λειτουργούν ως μικρή “παρηγοριά” για όσους σκοπεύουν να ταξιδέψουν με το αυτοκίνητο. Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Τιμών Υγρών Καυσίμων, η μέση τιμή της αμόλυβδης διαμορφώνεται φέτος στα 1,72 ευρώ/λίτρο (έναντι 1,96 ευρώ το 2024), ενώ το πετρέλαιο κίνησης στα 1,49 ευρώ/λίτρο (από 1,71 ευρώ). Για ένα ρεζερβουάρ 50 λίτρων, αυτό σημαίνει εξοικονόμηση περίπου 12 ευρώ.
Ωστόσο, οι δυσκολίες για τον μέσο καταναλωτή δεν λείπουν. Ο συνδυασμός ακρίβειας, μειωμένου ζωικού κεφαλαίου (λόγω ζωονόσων και φυσικών καταστροφών όπως ο “Daniel”), και υψηλής διεθνούς ζήτησης —καθώς φέτος συμπίπτει Ορθόδοξο και Καθολικό Πάσχα— έχει οδηγήσει σε αυξημένες τιμές στο αρνί και στο κατσίκι.
Η αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Κτηνοτρόφων, Μυρτώ Λύκα, επισημαίνει πως «το αρνί φέτος είναι δυσεύρετο», καθώς μεγάλο μέρος του πληθυσμού των ζώων έχει ήδη σφαγιαστεί. Παράλληλα, πολλοί παραγωγοί κρατούν ζώα για αναπαραγωγή, περιορίζοντας ακόμη περισσότερο την προσφορά. Η τιμή παραγωγού φτάνει τα 10-11 ευρώ το κιλό, με την τελική τιμή στον καταναλωτή να κυμαίνεται στα 15-17 ευρώ.
Από την άλλη, η έρευνα του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ εκτιμά ότι το κόστος για το φετινό πασχαλινό τραπέζι (για 4-6 άτομα) κυμαίνεται από 99,45 έως 142,95 ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 6,2%-6,3% σε σχέση με το 2024. Η αύξηση αποδίδεται κυρίως στην άνοδο του κόστους παραγωγής, τη μείωση προσφοράς και την αύξηση διεθνών τιμών σε βασικά προϊόντα όπως το κακάο.
Οι καταναλωτές, αντιμέτωποι με ένα περιβάλλον γενικευμένης ακρίβειας και περιορισμένου εισοδήματος, στρέφονται σε μικρότερες ποσότητες αμνοεριφίων ή φθηνότερες εναλλακτικές, όπως το χοιρινό, με στόχο να κρατήσουν τις γιορτές εντός προϋπολογισμού. Την ίδια στιγμή, οι έμποροι αναφέρουν αυξημένο τζίρο με μικρότερο όγκο πωλήσεων – μια ένδειξη ότι τα νοικοκυριά προσπαθούν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες.
Όσο για την επάρκεια, η Κεντρική Λαχαναγορά του Ρέντη, με τα 260 στρέμματά της και τις 300 επιχειρήσεις, παραμένει βασικός κρίκος της εφοδιαστικής αλυσίδας. Ωστόσο, η αισιοδοξία της αγοράς μετριάζεται από τις πιέσεις που δέχονται παραγωγοί και καταναλωτές.
Το ερώτημα, τελικά, παραμένει: μπορεί η φθηνότερη βενζίνη να “ισοφαρίσει” το αυξημένο κόστος του οβελία; Για πολλούς καταναλωτές, η απάντηση ίσως φανεί στο… τραπέζι.
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα