Το Politico αναφέρεται στη Μαρία Καρυστιάνου ως «το απρόσμενο πρόσωπο–σύμβολο ενός κύματος διαμαρτυρίας απέναντι στο πολιτικό κατεστημένο στην Ελλάδα». Η παιδίατρος από τη Λάρισα, που έχασε την 19χρονη κόρη της Μάρθη στο τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών τον Φεβρουάριο του 2023, έχει γίνει η φωνή μιας κοινωνίας που ζητά δικαιοσύνη και αλλαγή.
Πολλοί θεωρούν ότι η Καρυστιάνου θα μπορούσε να κάνει το βήμα προς την πολιτική, εκπροσωπώντας τους πολίτες που έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στο υπάρχον σύστημα. Η ίδια, ωστόσο, δεν έχει επιβεβαιώσει ούτε διαψεύσει τις σχετικές φήμες, ακόμη και στη συνέντευξή της στο Politico.
Η 52χρονη γιατρός, ως πρόεδρος του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων Τεμπών, αγωνίζεται για να αποδοθεί δικαιοσύνη στην πιο θανατηφόρα σιδηροδρομική τραγωδία στην ελληνική ιστορία, όπου έχασαν τη ζωή τους 57 άνθρωποι – στην πλειονότητά τους νέοι φοιτητές.
«Η Ελλάδα έχει εκτροχιαστεί και παραμένει εκτροχιασμένη», δηλώνει, συνδέοντας την τραγωδία με τη γενικότερη πολιτική παρακμή της χώρας. Εκφράζει αγανάκτηση για τη διαφθορά και την ατιμωρησία που, όπως λέει, έχουν ριζώσει βαθιά στο πολιτικό σύστημα:
«Δεν μπορώ να ζω σε μια κοινωνία όπου η διαφθορά θεωρείται κανονικότητα. Αυτή η ανάγκη για αλλαγή δεν μπορεί να καλυφθεί από το υπάρχον πολιτικό σύστημα».
Οι πολιτικές ζυμώσεις και οι δημοσκοπήσεις
Η υπόθεση Τεμπών έχει προκαλέσει έντονη κοινωνική αναταραχή, με πολλές δημοσκοπήσεις να δείχνουν δραματική πτώση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς την κυβέρνηση και τα παραδοσιακά κόμματα. Κάποιες μετρήσεις μάλιστα υποδηλώνουν ότι, εάν η Καρυστιάνου ίδρυε πολιτικό φορέα, θα μπορούσε να προσελκύσει μέχρι και το 25% των ψηφοφόρων.
«Αναζητώ κι εγώ, όπως μεγάλο μέρος της κοινωνίας, κάτι πραγματικά νέο. Ανήκω σ’ αυτό το 25%», σημειώνει η ίδια.
Η πολιτική επιστήμονας Λαμπρινή Ρόρη εξηγεί ότι η τραγωδία των Τεμπών εξακολουθεί να παραμένει στο δημόσιο διάλογο, επειδή εκφράζει τη γενικευμένη οργή απέναντι στη διαχρονική ανεπάρκεια του κράτους. «Δεν είναι απλώς αντισυστημική διαμαρτυρία», λέει, «αλλά μια κραυγή αγωνίας».
«Ένα έγκλημα του κράτους»
Το δυστύχημα αποκάλυψε χρόνιες παθογένειες του ελληνικού σιδηροδρομικού δικτύου – από την κακοδιαχείριση έως την έλλειψη τεχνολογικού εξοπλισμού. Ο πανεπιστημιακός Κώστας Ελευθερίου το χαρακτήρισε «ανοιχτή πληγή και έγκλημα του κράτους», υπογραμμίζοντας ότι το δίκτυο ποτέ δεν πληρούσε τα απαραίτητα πρότυπα ασφαλείας, ενώ η πολιτική ηγεσία διαβεβαίωνε το αντίθετο.
Παράλληλα, οι πολίτες πιστεύουν πως η κυβέρνηση επιχειρεί να συγκαλύψει την αλήθεια για τις πραγματικές αιτίες της σύγκρουσης και τις ευθύνες των αρμόδιων υπουργών. Η άρνηση της Αθήνας να επιτρέψει στην Ευρωπαία εισαγγελέα να διερευνήσει τις πιθανές ποινικές ευθύνες πρώην υπουργών Μεταφορών έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις.
Η Καρυστιάνου, γνωστή για τον νηφάλιο αλλά έντονα συγκινητικό λόγο της, δηλώνει:
«Νιώθω ντροπή που χρειάζεται μια Ευρωπαία εισαγγελέας να μας υπενθυμίσει πως το Σύνταγμά μας προστατεύει υπουργούς ακόμη και όταν πρόκειται για κακουργήματα όπως τα Τέμπη».
Οι δράσεις των συγγενών
Ο Σύλλογος Θυμάτων οργανώνει εκδηλώσεις και πορείες μνήμης σε Ελλάδα και εξωτερικό, προσπαθώντας να διατηρήσει το θέμα στην επικαιρότητα. Πολλοί πολίτες τούς καλούν να προχωρήσουν σε πολιτική κίνηση, ενώ βουλευτές και στελέχη από διαφορετικούς χώρους δηλώνουν πρόθυμοι να στηρίξουν ένα ενδεχόμενο νέο κόμμα.
Ο Ελευθερίου παρατηρεί:
«Οι οικογένειες των θυμάτων έχουν κερδίσει το ηθικό πλεονέκτημα και ενισχύουν τη δυσπιστία απέναντι στην κυβέρνηση. Οι πολίτες ταυτίζονται μαζί τους γιατί βλέπουν ανθρώπους σαν τους ίδιους να διεκδικούν δικαιοσύνη».
Συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις
Πρόσφατα, οι συγγενείς ζήτησαν την εκταφή των θυμάτων για νέες εξετάσεις, ώστε να διερευνηθεί η ύπαρξη εύφλεκτων υλικών. Ο Πάνος Ρούτσι, πατέρας ενός από τα θύματα, προχώρησε σε απεργία πείνας 23 ημερών μπροστά από τη Βουλή, ώσπου οι αρχές ενέκριναν το αίτημα.
Παράλληλα, η ομάδα «Μέχρι Τέλους» έχει δημιουργήσει μνημείο μπροστά από τη Βουλή, γράφοντας με κόκκινη μπογιά τα ονόματα των 57 θυμάτων και τιμώντας τους κάθε βράδυ στις 11:18 μ.μ., την ώρα της σύγκρουσης. Η κυβέρνηση, ωστόσο, επιχειρεί να περιορίσει αυτές τις συγκεντρώσεις, προκαλώντας νέο κύμα αντιδράσεων.
Ο αναπληρωτής καθηγητής Ιωάννης Κωνσταντινίδης σημειώνει:
«Η κοινωνική αγανάκτηση έχει μετατραπεί σε πολιτική πίεση κατά της Νέας Δημοκρατίας. Ωστόσο, το ηθικό πλεονέκτημα δεν αρκεί για να μετατραπεί σε εκλογική δύναμη· θα χρειαστεί και πολιτική εμπειρία».
Ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης σχολίασε:
«Σέβομαι τη Μαρία Καρυστιάνου ως μητέρα που έχασε το παιδί της. Αν όμως αύριο γίνει πολιτική μας αντίπαλος, δεν θα αντιμετωπίζεται ως θύμα, αλλά ως πολιτικός».
Τέλος, η καθηγήτρια Ρόρη εκτιμά ότι, ακόμη κι αν η Καρυστιάνου προχωρήσει στη δημιουργία κόμματος, η μακροπρόθεσμη επιτυχία του είναι αβέβαιη:
«Η κοινωνία αναζητά εκπροσώπηση της αγανάκτησης, όμως τέτοιες πρωτοβουλίες συχνά αποδεικνύονται βραχύβιες – κόμματα που λάμπουν για λίγο, σαν φωτοβολίδες».

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα