COVID-19 LIVE όλες οι εξελίξεις

STORIES

Παύλος Γιαννακόπουλος: 10 συγκλονιστικές ιστορίες, από την μυθιστορηματική ζωή του ανθρώπου, που άλλαξε για πάντα τον Παναθηναϊκό

Πιθανόν να είναι αμέτρητες οι ιστορίες που έχουν ειπωθεί σε παρέες, δημοσιογράφων, οπαδών, φιλάθλων και απλών ανθρώπων για τον Παύλο Γιαννακόπουλο. Αυτή την αεικίνητη προσωπικότητα που σήκωνε ο ίδιος το τηλέφωνο στις δώδεκα το βράδυ για να ενημερώσει τους συντάκτες που είχαν επιφορτιστεί με το ρεπορτάζ της ομάδας ότι έκλεισε έναν ψηλό «που είναι 2.16 παιδί μου χωρίς τα παπούτσια».
Για όλους ήταν ο κύριος Παύλος και το «κύριος» εξακολουθεί να τον ακολουθεί ακόμη και τώρα που αναπαύεται στην τελευταία του κατοικία, αυτός ο μικρόσωμος μεν, τεράστιος δε σε ψυχή και πάθος επιχειρηματίας. Όπως θα τον ακολουθούν και οι ιστορίες που ακολουθούν με πρωταγωνιστές από τον σημερινό πρωθυπουργό, τον αδερφό του Θανάση, άγνωστους οπαδούς και δημοσιογράφους.
1. «Βάλε ένα κιλό γαύρο στον πρόεδρο»
Είναι βράδυ Κυριακής, για την ακρίβεια 19 Μαϊου του 1996 και ο Παύλος Γιαννακόπουλος κυριολεκτικά δεν μιλιέται, όσο και αν η σύζυγός του Δέσποινα προσπαθεί να του φτιάξει την διάθεση. Ο Ολυμπιακός έχει ισοπεδώσει τον πρωταθλητή Ευρώπης Παναθηναϊκό στο ΣΕΦ με 73-38 και σηκώνει την κούπα του πρωταθλητή Ελλάδας. Η ατμόσφαιρα στο εξοχικό της οικογένειας στην Βάρκιζα δεν είναι και η καλύτερη, ο κύριος Παύλος δεν κοιμάται καλά και την επομένη το πρωί κυριολεκτικά δεν μιλιέται. Κάποια στιγμή παίρνει ο ίδιος το αυτοκίνητό του για να πάει να παραλάβει κάποια ψάρια που έχει παραγγείλει στον «Βατίστα»-φημισμένο ιχθυοπωλείο στα Νότια προάστια-αφού κοντεύει να σκάσει με τα πρωτοσέλιδα των αθλητικών εφημερίδων.
Όταν φτάνει παρκάρει και κατευθύνεται στο μαγαζί, όπου υπάρχουν και άλλοι πελάτες, οι οποίοι ψωνίζουν και τον αναγνωρίζουν. Την ώρα που ο Παύλος Γιαννακόπουλος ξεστομίζει την παραγγελία του, μια φωνή ακούγεται να λέει δυνατά: «Βάλε ένα κιλό φρέσκο γαύρο στον πρόεδρο». Κάποιοι χαμογελούν, έτεροι περιμένουν να δουν πως θα αντιδράσει ο ισχυρός άνδρας του Παναθηναϊκού στην καζούρα του αγνώστου και ο υπεύθυνος του καταστήματος παραμένει αμήχανος. Ο πρόεδρος χαμογελάει σφιγμένα στο άκουσμα της φράσης, ξέροντας ότι κι’ αυτό είναι μέρος του παιχνιδιού, παίρνει τα ψάρια που είχε παραγγείλει, πληρώνει και φεύγει.
2.«Θανάση είσαι το όνειδος της οικογένειας»
Στο final four του Βερολίνου πολλοί αναρωτιούνται γιατί δεν είναι εκεί ο Παύλος Γιαννακόπουλος, που δεν ταξιδεύει με την ομάδα αλλά μένει στην Αθήνα, λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων. Ο τελικός με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας είναι δραματικός, αφού ο Παναθηναϊκός που προηγείται με 23 πόντους, βλέπει την διαφορά να εξανεμίζεται. Τα σφυρίγματα του Ισπανού Αρτεάγκα κάνουν έξαλλο τον Θανάση Γιαννακόπουλο, ο οποίος αρχίζει να πετάει 50ευρα, 20ευρα αλλά και κέρματα προς το μέρος του, αλλά και προς το μέρος του Μπερτομέου.
Οι οπαδοί τρελαίνονται και του φωνάζουν «Πρόεδρε ρίξε κι άλλα να βγάλουμε το ταξίδι», ο τελικός τελειώνει με το άστοχο σουτ του Ζισκάουσκας και όλοι ξεχνάνε τα ευρώ του Θανάση. Όλοι, εκτός από τον αδερφό του, ο οποίος το μαθαίνει από τον τύπο.
Την επομένη το πρωί ο Θανάσης Γιαννακόπουλος είναι μαζί με τον Φίλιππο Συρίγο στο ξενοδοχείο που έμεναν, όταν χτυπάει το τηλέφωνο του πρώτου. Η χαρακτηριστική φωνή του Παύλου Γιαννακόπουλου ακούγεται δυνατά. «Θανάση είναι αληθή, αυτά που διάβασα στις εφημερίδες;» τον ρωτάει και ο αδερφός του προσπαθεί να δικαιολογηθεί. «Σε ρωτάω ξανά. Είναι αληθή αυτά που διάβασα; Αν είναι ένα μόνο έχω να σου πω. Είσαι το όνειδος της οικογένειας!»
3. Όταν πήγε σπίτι του τον Αλέξη Τσίπρα
Ο δημοσιογράφος Θανάσης Ασπρούλιας είναι ψηλός, πάνω από δύο μέτρα. Ήταν 17 ετών όταν άρχισε να προπονείται περιστασιακά με την ομάδα μπάσκετ του ΠΑΟ, τότε που γνώρισε τον κύριο Παύλο. Μια Κυριακή μαζί με δύο φίλους του, τον Τζίμη και τον Αλέξη Τσίπρα-ήταν κολλητός τότε με τον σημερινό πρωθυπουργό-πάνε στο ΟΑΚΑ με προσκλήσεις για έναν ποδοσφαιρικό αγώνα του Παναθηναϊκού.
Το αυτοκίνητο που έσωσε από την απαγωγή τον εφοπλιστή Μαρτίνο
Όταν τελειώνει το παιχνίδι, η τριάδα πηγαίνει με τα πόδια στην στάση για να πάρει το λεωφορείο που εκτελούσε το δρομολόγιο Κηφισιά-Κάνιγγος. Δεν είναι οι μόνοι, αλλά ξεχωρίζουν σαν παρέα, κυρίως από το ύψος του Θανάση, ο οποίος ρίχνει κανα-δυο κεφάλια σε όλους. Χάρη σε αυτό το ύψος, θα σταματήσει μπροστά τους η 600άρα Μερσεντές του Παύλου Γιαννακόπουλου. Το λεφούσι που περιμένει το λεωφορείο μένει άφωνο, αναγνωρίζοντας τον ισχυρό άνδρα του Τριφυλλιού στο μπάσκετ. Άφωνος μένει και ο Ασπρούλιας όταν ο Γιαννακόπουλος τον ρωτάει: «Σπίτι σου πας Θανάση μου;»
Του απαντάει ναι και όταν τον καλεί να μπει στο αυτοκίνητο, ο μελλοντικός δημοσιογράφος του εξηγεί ότι είναι μαζί με τους φίλους του, όμως ο κύριος Παύλος δεν σηκώνει αντιρρήσεις. «Μπείτε μέσα όλοι. Θα σας πάω εγώ του λέει και έτσι οι τρεις έφηβοι βρίσκονται μέσα σε μια λιμουζίνα μαζί με τον επιχειρηματία, ο οποίος τους μιλάει κατά την διάρκεια της διαδρομής για το μπάσκετ, την ζωή και το διάβασμα, απευθυνόμενος στον καθένα ξεχωριστά. Τους αφήνει στην γωνία Κηφισίας και Αλεξάνδρας και τους αποχαιρετάει μετά από μια κούρσα που δεν ξέχασαν ποτέ οι τρεις φίλοι, οι οποίοι το συζητάνε ακόμη και σήμερα.
4.«Είναι 2.16 χωρίς παπούτσια παιδί μου»
Εκείνο το πρωί της Πέμπτης 12 Ιουνίου 1997, ο Παύλος Γιαννακόπουλος είναι αποφασισμένος να τελειώνει με την μεταγραφή του Σάσα Χούπμαν, ενός θηριώδη σέντερ φορ, που την προηγούμενη σεζόν αγωνιζόταν στην Άλμπα Βερολίνου. Τον είχαν εντυπωσιάσει οι εμφανίσεις του απέναντι στον Ολυμπιακό και ήθελε να κλείσει την μεταγραφή, οπωσδήποτε εκείνη την ημέρα, αφού η επομένη θα ήταν Παρασκευή και 13 του μήνα. Θεωρούσε την συγκεκριμένη ημερομηνία γρουσούζικη για υπογραφή αν και δεν ήταν ιδιαίτερα προληπτικός, οπότε αποφάσισε να τελειώνει με τον Χούπμαν Πέμπτη. Μετά από συζήτηση κάποιων ωρών πήρε το ναι και την υπογραφή του παίχτη και κατά την συνήθη τακτική του άρχισε να παίρνει τηλέφωνο ο ίδιος τους δημοσιογράφους για να τους ανακοινώσει την μεταγραφή. Εκείνη την ημέρα πάνω από είκοσι ρεπόρτερ, άκουσαν τον Παύλο Γιαννακόπουλο να τους λέει στο τηλέφωνό με την χαρακτηριστική φωνή του: «Πήραμε τον Σάσα Χούπμαν. Είναι 2.16 ξυπόλητος, χωρίς να φοράει παπούτσια. Παιδί μου, πήραμε τον πιο ψηλό σέντερ που υπάρχει».
5. Η μπλόφα με τον Σταυρακόπουλο
Ο Παύλος Γιαννακόπουλος είχε μάτι και συνήθως δεν έπεφτε έξω σε ότι είχε να κάνει με παίχτες. Το καλοκαίρι του 1995 θέλει να αποχτήσει τον ταλαντούχο Τζαννή Σταυρακόπουλο από τους Αμπελόκηπους και δεν διστάζει να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη. Καταβάλλει 200.000.000 δραχμές στην ομάδα του παίχτη και αρχίζει μαζί με τον αδερφό του να συζητάνε με τον Σταυρακόπουλο για τις απολαβές του.
Έχουν πει με τον Θανάση ότι η «κορυφή» τους θα είναι τα 80.000.000 δραχμές σύμφωνα με δημοσιογράφο που θυμάται τα της μεταγραφής και έχουν φτάσει στα 60.000.000 όταν η γραμματέας του κυρίου Παύλου τους διακόπτει. Τον ζητούν επειγόντως στο τηλέφωνο. «Θανάση μην κάνεις τίποτε αν δεν γυρίσω. Παιδί μου δεν θα αργήσω» λέει στον Σταυρακόπουλο και φεύγει από την αίθουσα.
Γυρίζει μετά από δέκα λεπτά και μόλις μπαίνει μέσα ο Θανάσης του ανακοινώνει ότι τα βρήκαν στα 80.000.000 δραχμές με τον παίχτη.
Προσποιείται τον θυμωμένο, ότι είναι πολλά τα λεφτά και ότι ο Θανάσης έπρεπε να τον φωνάξει πριν ανεβάσει την προσφορά αλλά επειδή δεν παίρνει ποτέ τον λόγο του πίσω, δίνει τα χέρια με τον παίχτη και πέφτουν οι υπογραφές. Μόνο όταν ο Σταυρακόπουλος φεύγει αγκαλιάζει τον Θανάση, ο οποίος έφερε εις πέρας την μπλόφα τους, σε μια εποχή που όλοι ήθελαν να πάνε στον Παναθηναϊκό, γνωρίζοντας την γαλαντομία των Γιαννακόπουλων.
6. «Εγώ θέλω να βάζω, όχι να βγάζω».
Λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 90, ο Παναθηναϊκός έχει πάρει το πρώτο του κύπελο Πρωταθλητριών και την φανέλα του έχει φορέσει ο σούπερ σταρ του NBA Ντομινίκ Ουίλκινς. Φίλοι, φανατικοί οπαδοί του Τριφυλλιού και δημοσιογράφοι που τον συναντούν καθημερινά, τον παρακαλούν να ανοίξει μια μπουτίκ δώρων, με φανέλες, καπέλα, μπάλες, φόρμες, μπλούζες και διάφορα αναμνηστικά με το σήμα της ομάδας. «Πρόεδρε, σκέψου πόσες φανέλες του Ουίλκινς θα είχαμε πουλήσει αν είχες ανοίξει μια μπουτίκ» του έλεγαν αλλά ο κύριος Παύλος δεν ήθελε ούτε να το ακούσει. «Εγώ στον Παναθηναϊκό θέλω μόνο να βάζω, όχι να βγάζω» ήταν η απάντησή του σε όλους από τον άνθρωπο που μοίραζε μπάλες σε παιδιά, τις οποίες είχε μέσα στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου του.
΄
7. «Εγώ αποφασίζω παιδί μου…»
Άνοιξη του 1994, ο Παναθηναϊκός αντιμετωπίζει την Λιμόζ στο κλειστό της Γλυφάδας. Είναι ο τρίτος αγώνας και γίνεται χαλασμός από κόσμο, σε τέτοιο σημείο, ώστε οι δημοσιογράφοι στέκονται όρθιοι στον τοίχο, στο κέντρο του γηπέδου. Ο Παναθηναϊκός κερδίζει 87-73, ο Παύλος με τον Θανάση χοροπηδάνε σαν μικρά παιδιά και κάπου εκεί αρχίζει ένας μικρός χαμός, όταν οι δημοσιογράφοι προσπαθούν να διασπάσουν τον κλοιό των αστυνομικών για να πάρουν δηλώσεις. Η κατάσταση ξεφεύγει, ακούγονται κάποια γαλλικά και δύο συνάδελφοι συλλαμβάνονται με διαταγή του επικεφαλής αξιωματικού και οδηγούνται στην κλούβα για τα περαιτέρω. Όταν το μαθαίνει ο Παύλος Γιαννακόπουλος παρατάει τους πανηγυρισμούς και πηγαίνει στην κλούβα, όπου οι δύο δημοσιογράφοι διαπληκτίζονται με τον αξιωματικό της αστυνομίας. Του λένε ότι θα γράψουν τα όσα υπέστησαν προσπαθώντας να κάνουν τη δουλειά τους κι αυτός τους λέει ότι είναι υπό κράτηση και ας γράψουν ότι θέλουν. «Σταματήστε παιδιά μου» λέει ο κύριος Παύλος και όταν οι φωνές εκατέρωθεν συνεχίζονται φωνάζει σε όλους: «Εγώ αποφασίζω εδώ. Παιδί μου δεν θα γράψεις τίποτε, ούτε εσύ ούτε ο συνάδελφός σου και ο κύριος διοικητής θα σας αφήσει να πάτε να κάνετε τη δουλειά σας σαν να μην έγινε τίποτε». Όπερ και εγένετο…
8. Ερωταπαντήσεις
Τρελαινόταν να ακούει το σύνθημα «Παύλο Θεέ, πάρε την ΠΑΕ», ίσως επειδή ένιωσε βαθιά αδικημένος όταν την έχασε στις αρχαιρεσίες μέσα σε είκοσι λεπτά. Ήταν κάτι που δεν ξέχασε ποτέ, γι’ αυτό όποτε το άκουγε χαιρότανε τόσο πολύ, που μοίραζε προσκλήσεις αφειδώς.
Το διαπίστωσαν και τέσσερις κολλητοί που πήγαιναν να δουν στο κλειστό της Γλυφάδας το ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ. Ένας από αυτούς θυμάται:
«Είναι 1992 και με το αυτοκίνητο τέσσερις τρελοί πάμε Γλυφάδα να δούμε Πανάθα με ΠΑΟΚ.
Στο φανάρι βλέπω τη MERCEDES του Παυλάρα μας και σταματάμε το αυτοκίνητο για αποθέωση.
Ο ίδιος κατεβαίνει, μας ασπάζεται και μας δίνει 10 προσκλήσεις…
Τίποτε άλλο, δακρύζω…»
9. Ακόμη και στο κολύμπι
Η λατρεία του για το τριφύλλι είναι εμμονική. Το καλοκαίρι του 1979 είναι έφορος στον ερασιτέχνη και πηγαίνει σε όλα τα τμήματα, για να εμψυχώσει τους αθλητές, ακόμη και τους λιλιπούτειους. Κάτι που αντιλήφθηκαν οι γονείς των 6χρονων τότε τέκνων τους όταν τον είδαν να μαζεύει τα παιδιά τους για να τους μιλήσει γλυκά, σαν πατέρας, ακουμπώντας τα κεφαλάκια τους. «Παιδιά» άρχισε να τους λέει, «το Σάββατο θα κολυμπήσετε για τρία πράγματα. Πρώτα για εσάς, μετά για τους γονείς σας στην κερκίδα, και για τον Παναθηναϊκό μας!!!».
Λόγια σε πιτσιρίκια που επρόκειτο να κολυμπήσουν σε εσωτερικούς αγώνες πισίνας από έναν άνθρωπο που βοήθαγε και εμψύχωνε όποιο παιδί έβρισκε να «παλεύει» για τον σύλλογο και τον εαυτό του. Το πόσο βοηθούσε φάνηκε άλλωστε και σε περιπτώσεις σαν την τραγωδία της Θύρας 7, όπου αγόρασε και έστειλε όλο το πλάσμα αίματος για τους τραυματίες ή όταν ανέλαβε κρυφά τα έξοδα της νοσηλείας του «Αττίλιο» και του Μπόμπαν Γιάνκοβιτς.
10. «Προέδρε θέλω να γυρίσω πίσω».
Τον χειμώνα του 2006, ο Kill Bill-κατά κόσμον Βασίλης Σπανούλης-έχει αφήσει τον Παναθηναϊκό για τον μαγικό κόσμο του NBA και τους Χιούστον Ρόκετς. Μόνο που υπάρχει ένα πρόβλημα. Δεν μπορεί με τίποτε να προσαρμοστεί στον τρόπο ζωής σε μια άχρωμη μεγαλούπολη της Αμερικής και είναι αυτός που θα κάνει το πρώτο βήμα για να γυρίσει πίσω. Επικοινωνεί τηλεφωνικά με τον Παύλο και τον Θανάση Γιαννακόπουλο λέγοντάς τους ότι θέλει να γυρίσει πίσω, σχεδόν με δάκρυα στα μάτια, αφού δεν αντέχει το Χιούστον.
Τα δάκρυά του θα πείσουν τον κύριο Παύλο και τον αδερφό του, οι οποίοι θα πληρώσουν την ρήτρα στους Ρόκετς προκειμένου «να έρθει πίσω το παιδί».
Θα έρθει και δύο χρόνια αργότερα θα φύγει μετά από ένα θρίλερ, όταν ζήτησε από τον κύριο Παύλο να παίρνει τα ίδια λεφτά με τον Δημήτρη Διαμαντίδη. Σύμφωνα με τον αστικό μύθο η απάντηση του Γιαννακόπουλου φέρεται να ήταν: «Παιδί μου θα παίρνεις ένα ευρώ λιγότερο από τον Διαμαντίδη». Τα υπόλοιπα είναι γνωστά…

Back to top button