Σύμφωνα με ανάλυση του Politico, η Δύση εισέρχεται με ταχύτητα σε μια νέα εποχή στρατιωτικοποίησης, όπου η λογική των όπλων υπερισχύει της διπλωματίας και οι αμυντικές δαπάνες ανεβαίνουν με ρυθμούς που δεν έχουν παρατηρηθεί από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Politico: «Η Δύση σε νέα ξέφρενη κούρσα εξοπλισμών – Πουλάει την ειρήνη για να αγοράσει πόλεμο»
Την ίδια στιγμή, η βοήθεια προς τις φτωχές χώρες μειώνεται, ενώ τα διπλωματικά δίκτυα – κάποτε η «ήπια ισχύς» της Δύσης – συρρικνώνονται. Οι ειδικοί που επικαλείται το Politico προειδοποιούν ότι αυτή η μετατόπιση οδηγεί τον κόσμο σε πιο σκοτεινά μονοπάτια. Σε έναν πλανήτη που ήδη δοκιμάζεται από αστάθεια, η ειρήνη θυσιάζεται στο βωμό μιας νέας κούρσας εξοπλισμών. Όπως σημειώνεται, ποτέ από το 1991 και μετά δεν είχε καταγραφεί τόσο απότομη αύξηση στις στρατιωτικές δαπάνες.
Το 1958, ο Βρετανός πρωθυπουργός Χάρολντ ΜακΜίλαν διατύπωνε μια απλή αλλά ισχυρή αλήθεια: «Το να μιλάς είναι καλύτερο από το να πολεμάς». Ο ίδιος ήξερε τι σημαίνουν και τα δύο – τραυματίας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και πρωθυπουργός σε μια εποχή πυρηνικών εντάσεων.
Το ίδιο και ο Τζον Φ. Κένεντι, ο οποίος βρέθηκε στο τιμόνι των ΗΠΑ κατά την κρίση των Πυραύλων της Κούβας. Γνώριζε και ο ίδιος τη φρίκη του πολέμου, έχοντας τραυματιστεί βαριά κατά τη θητεία του στο Ναυτικό το 1943.
Σήμερα, φοβούνται πολλοί, αυτή η εμπειρική σοφία ηγετών που έζησαν τον πόλεμο έχει εξαφανιστεί. Ο Άντριου Μίτσελ, παλιός υπουργός της βρετανικής κυβέρνησης, δηλώνει πως οι σύγχρονες κοινωνίες ξεχνούν όσα υποσχέθηκαν οι παππούδες τους μετά τη σφαγή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου: «Ποτέ ξανά».
Μάλιστα, κάποια θεωρία ιστορικών αλλαγών υποστηρίζει πως καθοριστικοί πόλεμοι εμφανίζονται σε κύκλους περίπου 85 ετών – ακριβώς όταν μια κοινωνία χάνει τη ζωντανή μνήμη των προηγούμενων. Αν αυτή η ανάλυση έχει βάση, τότε ο κόσμος πλησιάζει επικίνδυνα σε μια νέα τέτοια στιγμή.
Η υποχώρηση της διπλωματίας δεν φαίνεται μόνο στη ρητορική, αλλά καταγράφεται ξεκάθαρα στους προϋπολογισμούς.
Το 2024, οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 9,4%, αγγίζοντας ιστορικό ρεκόρ. Την ίδια χρονιά, η επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια μειώθηκε κατά 9% – και οι περικοπές συνεχίζονται.
Για πρώτη φορά μετά από περίπου τρεις δεκαετίες, οι τέσσερις μεγάλες δυτικές δυνάμεις – ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Γαλλία – μείωσαν ταυτόχρονα τη βοήθεια προς αναπτυσσόμενες χώρες. Αν επαναληφθεί το 2025, θα πρόκειται για πρωτοφανές γεγονός.
Παράλληλα, διπλωματικές υπηρεσίες κλείνουν ή συρρικνώνονται. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επί Τραμπ απέλυσε πάνω από 1.300 ανθρώπους και άφησε δεκάδες πρεσβείες χωρίς μόνιμο πρέσβη. Ολλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο και ακόμη και η ίδια η ΕΕ ετοιμάζουν αντίστοιχες περικοπές.
Οι αναλυτές προειδοποιούν: το κενό θα καλυφθεί – και όχι από τη Δύση.
Politico: «Η Δύση σε νέα ξέφρενη κούρσα εξοπλισμών – Πουλάει την ειρήνη για να αγοράσει πόλεμο»
Πού οδηγεί η νέα κούρσα εξοπλισμών
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η στρατιωτική δαπάνη ανεβαίνει παντού. Η Κίνα αύξησε τον αμυντικό της προϋπολογισμό κατά 7% σε έναν μόνο χρόνο, ενώ η Ρωσία τον εκτόξευσε κατά 38%. Ο φόβος ότι οι ΗΠΑ υπό τον Τραμπ μπορεί να αφήσουν την Ευρώπη «ξεκρέμαστη» έκανε το ΝΑΤΟ να θέσει νέο στόχο: 5% του ΑΕΠ για άμυνα έως το 2035.
Αλλά η κούρσα είχε ξεκινήσει νωρίτερα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία πυροδότησε κύμα αμυντικών επενδύσεων στην Ευρώπη – κυρίως σε βόρειες και ανατολικές χώρες. Από το 2015, οι ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες έχουν αυξηθεί κατά 83%.
Οι υποστηρικτές των εξοπλισμών υποστηρίζουν ότι η ισχυρή άμυνα λειτουργεί αποτρεπτικά. Κάποιοι αναλυτές μάλιστα σημειώνουν ότι «τα όπλα δεν σκοτώνουν – οι κυβερνήσεις σκοτώνουν», υπονοώντας ότι το πραγματικό ζήτημα είναι η πολιτική διαχείριση. Ωστόσο, ακόμη κι εκείνοι που θεωρούν αναγκαία τη στρατιωτική ενίσχυση παραδέχονται ότι αυτή πρέπει να συνοδεύεται από ισχυρή διπλωματία – κάτι που σήμερα δεν συμβαίνει.
Ο κίνδυνος είναι ξεκάθαρος: σε ένα περιβάλλον οικονομικής πίεσης, η διπλωματία και η ανθρωπιστική βοήθεια είναι σχεδόν πάντα τα πρώτα που θυσιάζονται.
Σκληρές συνέπειες των περικοπών στην ανθρωπιστική βοήθεια
Οι επιπτώσεις είναι ήδη ορατές. Στις ΗΠΑ, η κυβέρνηση Τραμπ πάγωσε δισεκατομμύρια δολάρια και μείωσε κατά 90% τα συμβόλαια της USAID. Μη κυβερνητικές οργανώσεις έκλεισαν και μια ανάλυση υπολογίζει ότι οι περικοπές αυτές μπορεί να οδηγήσουν σε 14 εκατομμύρια πρόωρους θανάτους σε πέντε χρόνια.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η μείωση της βοήθειας από το 0,5% στο 0,3% του ΑΕΕ προκάλεσε πολιτικές αναταράξεις. Σουηδία, Γαλλία, Φινλανδία ακολούθησαν την ίδια πορεία· ελάχιστες εξαιρέσεις – όπως η Ιρλανδία και η Δανία – κρατούν ακόμη ψηλά τη σημαία της βοήθειας, αλλά δεν επαρκούν για να αλλάξουν τη συνολική ευρωπαϊκή εικόνα.
Η απόσυρση της Δύσης – και ποιοι ωφελούνται
Το τέλος της διπλωματίας δεν είναι απλώς θεωρητικό. Είναι μετρήσιμο.
– Το Ηνωμένο Βασίλειο προετοιμάζει περικοπές 15–25%.
– Η Ολλανδία κλείνει πρεσβείες.
– Η ΕΕ καταργεί θέσεις και μειώνει αποστολές.
Διπλωμάτες σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις μιλούν για «βαθιά ανησυχία». Και όχι άδικα.
Η επίτροπος Ανθρωπιστικής Βοήθειας της ΕΕ Χάντζα Λαμπίμπ υπενθυμίζει ότι σήμερα 300 εκατομμύρια άνθρωποι εξαρτώνται από ανθρωπιστική βοήθεια. Αν το σύστημα καταρρεύσει, θα δούμε νέες συγκρούσεις, νέες προσφυγικές ροές και νέες κρίσεις. «Αν δεν βοηθήσουμε τους ανθρώπους εκεί όπου ζουν», προειδοποιεί, «θα αναγκαστούν να φύγουν. Και η απελπισία γεννά βία».
Στο κενό που αφήνει η Ευρώπη και η Αμερική, άλλοι παίκτες επεκτείνουν την επιρροή τους. Η Τουρκία έχει αυξήσει τις πρεσβείες της στην Αφρική από 12 σε 44 μέσα σε δύο δεκαετίες. Η Κίνα και η Ρωσία κάνουν το ίδιο.
Όπως το συνοψίζει ένας ειδικός του ΟΟΣΑ: «Οι χώρες θυμούνται ποιοι έμειναν και ποιοι έφυγαν».
Και, όπως ο ίδιος σημειώνει, «η ήπια ισχύς μόνο “ήπια” δεν είναι όταν πια δεν την έχεις».
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα