COVID-19 LIVE όλες οι εξελίξεις

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Πόσο πιθανό είναι να ασκηθεί μνημόνιο στην “αγέρωχη” Γερμανία;

«Η τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο»! Με αυτόν τον τρόπο κορόιδευε πικρά την κυβέρνηση η επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ, στην κατακλείδα του τελευταίου της κειμένου, λίγες ώρες πριν δολοφονηθεί το 1919.

Εκατόν πέντε χρόνια μετά η τάξη διαταράσσεται ξανά στο Βερολίνο και σε ολόκληρη τη Γερμανία με κινητοποιήσεις που έχουν οικονομικό και πολιτικό υπόβαθρο. Είναι όμως όντως τόσο σημαντικές οι αναταραχές που βλέπουμε στην πολυπληθέστερη χώρα της ΕΕ; Που θα μπορούσαν να καταλήξουν;

Αγροτικές κινητοποιήσεις: όπως στην Ελλάδα
Ο αγροτικός τομέας της Γερμανίας είναι ένας από τους τέσσερις μεγαλύτερους της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τουλάχιστον 550 χιλιάδες εργαζόμενους και καθαρά έσοδα 43,7 δις ευρώ. Οι αγρότες των 256 χιλιάδων επιχειρήσεων γεωργικής παραγωγής «ζεσταίνουν τα τρακτέρ τους» από το Δεκέμβριο, όπως πάγια αναφέρουν τα ελληνικά κανάλια για παρόμοιες κινητοποιήσεις, και το έκαναν θεαματικά. Με την αυγή του νέου χρόνου, στις 4 Ιανουαρίου αγρότες από το κρατίδιο του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν απέκλεισαν τον αντικαγκελάριο και υπουργό Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ σε οχηματαγωγό πλοίο με το οποίο επέστρεφε από τις διακοπές του. Από τις 8 Ιανουαρίου αποκλείουν περιφερειακούς και εθνικούς δρόμους, διαδηλώνουν με τα τρακτέρ τους στο Αμβούργο, το Βερολίνο και άλλου.

Τρακτέρ κλείνουν δρόμο στη Γερμανία AP @Ebrahim Noroozi
Παρεμποδίζουν την οικονομία της χώρας; Πράγματι, ωστόσο αυτό δεν εμποδίζει την γερμανική κοινωνία να τους υποστηρίζει σθεναρά, πλειοψηφικά. Πάνω από 68% των πολιτών δηλώνει υπέρ των κινητοποιήσεων. Η έκπτωση στον φόρο οχημάτων για τους αγρότες θα παραμείνει σε ισχύ, ενώ η επιδότηση ντίζελ θα καταργηθεί σταδιακά σε αρκετά χρόνια αντί να καταργηθεί αμέσως, δήλωσε η κυβέρνηση, ωστόσο αυτό δεν ικανοποίησε τους κινητοποιούμενους. Έτσι, οι επικεφαλής των τριών κοινοβουλευτικών ομάδων, Ρολφ Μούτσενιχ (SPD), Μπρίτα Χάσελμαν (Πράσινοι) και Κρίστιαν Ντουρ (FDP) κάλεσαν με επιστολή τους σε συνάντηση τους εκπροσώπους των αγροτών την Δευτέρα, ημέρα κορύφωσης των κινητοποιήσεων με μεγάλη διαδήλωση στην πρωτεύουσα του Βερολίνου. Η απαίτησή τους είναι να μην περικοπούν επιδοτήσεις ύψους περίπου 900 εκατομμυρίων ευρώ και υποστηρίζονται από συντηρητικούς, μερίδα του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος αλλά και την ακροδεξιά. Μαζί τους διαδηλώνουν μικρομεσαίοι, οι τεχνίτες και απλοί εργαζόμενοι στη βιομηχανία.

Απεργία σιδηροδρομικών και νέος γύρος απεργιακών συγκρούσεων
Η κρατική Deutsche Bahn είναι ο παγκόσμιος γίγαντας των σιδηροδρόμων: με 325 χιλιάδες εργαζόμενους και 56,3 δισεκατομμύρια έσοδα, εξυπηρετεί περίπου 132 εκατομμύρια επιβάτες μεγάλων αποστάσεων και 1,6 δισεκατομμύρια επιβάτες τοπικών δρομολογίων, μεταφέροντας περίπου 222 εκατομμύρια τόνους φορτίων το 2022. Από την Τετάρτη έως την Παρασκευή ακυρώθηκαν χιλιάδες δρομολόγια (περίπου το 80%) και εκατομμύρια άνθρωποι δεν πήραν το τρένο λόγω της τριήμερης απεργίας του συνδικάτου των εργοδηγών.

Η απεργία στην οποία συμμετέχουν και οι οδηγοί των εμπορευματικών τρένων, έχει προκηρυχθεί από το συνδικάτο GDL που διεκδικεί αυξήσεις μισθών τουλάχιστον 555 ευρώ το μήνα, μείωση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας από 38 σε 35 ώρες και μπόνους πληθωρισμού ύψους 3.000 ευρώ. Οι μηχανοδηγοί στις ανακοινώσεις τους τονίζουν πως θα συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις τους αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους.

Εντός του 2024 προγραμματίζονται γύροι συλλογικών διαπραγματεύσεων στις βιομηχανίες λιανικής, κατασκευών, αεροπορικών μεταφορών, χημικών, μετάλλων και ηλεκτρικών βιομηχανιών που φαίνεται να υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες να υπάρξουν απεργίες σε αυτούς τους κλάδους. Παράλληλα, οι οδηγοί λεωφορείων είναι «στα κάγκελα» για το ύψος των διοδίων και οι γιατροί εικάζεται πως θα μπορούσαν να αποφασίσουν να κλείσουν τα χειρουργεία για να υποστηρίξουν το αίτημά τους για περισσότερη κρατική υποστήριξη σε ένα υπερφορτωμένο υγειονομικό σύστημα.

Τι συμβαίνει; Οι αποτυχίες (!) της Γερμανίας

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι η Γερμανία θα είναι η μόνη μεγάλη παγκόσμια οικονομία που θα συρρικνωθεί φέτος, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του. Ο ΟΟΣΑ από τη μεριά του προβλέπει ότι η Γερμανία θα μπορούσε να υποστεί ένα τεράστιο πλήγμα από μια επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, λόγω της αποδυνάμωσης του εμπορίου και των υψηλότερων επιτοκίων παγκοσμίως. Μιας και ο πληθωρισμός επιμένει σε υψηλά επίπεδα, εφόσον η ζήτηση παραμένει στάσιμη και η ανεργία αυξάνεται (περίπου 2,6 εκατομμύρια άνθρωποι παρέμειναν άνεργοι το 2023, περίπου 200 χιλιάδες περισσότεροι από το 2022), οι περισσότερες οικονομικές εκθέσεις προβλέπουν ότι η οικονομία θα υποχωρήσει κατά 0,6% το 2024.

Φαίνεται πως υπάρχουν μακροδομικά οικονομικά προβλήματα. Για παράδειγμα, σε ότι αφορά τον τεχνολογικό ανταγωνισμό με την Κίνα στον τομέα του αυτοκινήτου, τη βιομηχανική ναυαρχίδα της Γερμανίας, η κατάσταση δεν πηγαίνει καλά. Ιδιαίτερα στο πεδίο της ηλεκτροκίνησης, όπου οι κινέζικες αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν πάρει το 40% του μεριδίου της αγοράς. Με αυτήν την έννοια οι επενδύσεις μειώνονται. Παράλληλα, και πάλι σε σχέση με την Κίνα, η μειωμένη αγοραστική δύναμη των καταναλωτών της μεγάλης ασιατικής χώρας έπειτα από τη κρίση της covid-19, μειώνει τις εξαγωγές της Γερμανίας σε αυτόν, τον τέταρτο σημαντικότερο εμπορικό της εταίρο, πλήττοντας την μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.

Το πρόβλημα όμως δεν είναι μόνο εκεί. Λόγου χάρη, και στον κατασκευαστικό τομέα των κατοικιών, τον περασμένο Οκτώβριο το 22,2% των εταιρειών ακύρωσε έργα, σύμφωνα με στοιχεία του οικονομικού ινστιτούτου IFO, κάτι που έχει να συμβεί από το 1991. Παράλληλα, ούτε ένα νέο σιδηροδρομικό έργο δεν πήρε το πράσινο φως το 2023, με τον γερμανικό σιδηρόδρομο να παρουσιάζει ζημιές 30 δισεκατομμυρίων λόγω της χρόνιας αποεπένδυσης.

Προκύπτουν και έκτακτες καταστροφές, όπως οι υπερχειλίσεις σε καλλιέργειες λόγω των επιπτώσεων από το φαινόμενο Ελ Νίνιο. Ταυτόχρονα, τα ενεργειακά προβλήματα πιέζουν λόγω της κλιματικής αλλαγής και του πολέμου στην Ουκρανία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η βιομηχανία εντάσεως ενέργειας της Γερμανίας έχει ήδη καταγράψει μείωση της παραγωγής, υποχωρώντας κατά 17% χαμηλότερα από ό,τι ήταν στις αρχές του 2022 και μια περαιτέρω αύξηση των τιμών της ενέργειας μπορεί επιδεινώσει την κατάσταση. Σημειωτέων, η Γερμανία έχει κλείσει τα πυρηνικά της εργοστάσια κι έτσι δεν έχει ενεργειακές εναλλακτικές. Προσθέστε σε αυτά το τεράστιο και διαχρονικό δημογραφικό πρόβλημα της χώρας και θα έχετε την πλήρη εικόνα. Σαν υστερόγραφο σκεφτείτε και την δήλωση του επικεφαλής της ένωσης ψηφιακών βιομηχανιών της Γερμανίας, Bitkom, που χαρακτήρισε τη χώρα «αποτυχημένη κατάσταση» όσον αφορά τις υπηρεσίες ψηφιακής κυβέρνησης.

Κυβερνητικές απαντήσεις, άνοδος της ακροδεξιάς και στο βάθος λιτότητα
Η τρικομματική κυβέρνηση το έβλεπε το τρένο να έρχεται, ωστόσο δεν της βγήκε το οικονομικό της κόλπο. Στα μέσα Νοεμβρίου το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας ανέτρεψε την προσδοκώμενη ανακατανομή δανείων για την αναμόρφωση της οικονομίας (που αρχικά προορίζονταν για την αντιμετώπιση του covid) ύψους 59,15 δισεκατομμυρίων ευρώ. Έπειτα από αυτά, η αποτύπωση της κατάστασης από τον επικεφαλής παγκόσμιας μακροοικονομικής έρευνας της ING στο CNN, Carsten Brzeski, είναι ζοφερή. Είπε πως «τα βιβλία των γερμανικών βιομηχανικών παραγγελιών έχουν αδειάσει τους τελευταίους 12 μήνες». Από πλευράς του ο Τόμας Ομπστ, ανώτερος οικονομολόγος στο Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών της Κολωνίας, τόνισε ότι ο επίμονος πληθωρισμός διαβρώνει την αγοραστική δύναμη των Γερμανών, τροφοδοτώντας την «απαισιοδοξία μεταξύ των νοικοκυριών».

Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΥΠΟ ΜΕΓΑΛΗ ΠΙΕΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ ΣΕ ΠΟΛΛΟΥΣ ΚΑΙΡΙΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΟ 2024. ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΝΕΑ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ BILD, ΔΥΟ ΣΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ ΕΠΙΘΥΜΟΥΝ ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΓΚΕΛΑΡΙΑ, ΚΡΙΝΟΝΤΑΣ ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΤΟΝ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΗ ΟΛΑΦ ΣΟΛΤΣ.

Σε αυτό το πλαίσιο, στα μισά της τετραετούς θητείας του μαχόμενου και διχασμένου συνασπισμού του Όλαφ Σολτς, το 82% των Γερμανών ψηφοφόρων είναι λιγότερο από ευχαριστημένοι ή καθόλου ευχαριστημένοι με την απόδοση του. Η γερμανική κυβέρνηση βρίσκεται υπό μεγάλη πίεση σχετικά με περικοπές σε πολλούς καίριους τομείς το 2024. Σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση για λογαριασμό της εφημερίδας Bild, δύο στους τρεις Γερμανούς επιθυμούν αλλαγή στην Καγκελαρία, κρίνοντας ακατάλληλο τον Σοσιαλδημοκράτη Ολαφ Σολτς.

Ο Γιώργος Πασσάς μετέφερε στην dw απόσπασμα από άρθρο της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt που πρέπει να μας ταρακουνήσει. Γράφτηκε, λοιπόν, πως «το 2024 θα μπορούσε να είναι το έτος που θα δοκιμαστεί περισσότερο από ποτέ η αντοχή της ομοσπονδιακής δημοκρατίας στα 75 χρόνια ιστορίας της. Το φθινόπωρο διεξάγονται εκλογές σε τρία ανατολικά κρατίδια – και σε όλα η AfD προηγείται, ενώ το κόμμα θα μπορούσε να καταλάβει τα ανατολικά ήδη νωρίτερα, στις δημοτικές εκλογές για τα δημαρχεία και τις διοικήσεις των επαρχιών». Σε συνέντευξή του ο Γερμανός υπουργός Τροφίμων και Γεωργίας, Τζεμ Έζντεμιρ, προειδοποίησε πως θα μπορούσε να επέλθει βαθιά διάσπαση στη γερμανική κοινωνία, τονίζοντας όμως ότι η χώρα «δεν θα πρέπει να διασχίσει το κατώφλι που πέρασαν οι Η.Π.Α. με τον Ντόναλντ Τραμπ. Στόχος μας πρέπει να είναι το να κρατήσουμε τη χώρα ενωμένη στο κέντρο». Σε αυτό το ζοφερό πλαίσιο, φαίνεται πως αναθερμαίνεται η συζήτηση για απαγόρευση της AfD σε κύκλους της κυρίαρχης πολιτικής τάξης της Γερμανίας, μετά τις αποκαλύψεις ότι μέλη του συμμετείχαν σε μια μυστική συνάντηση ακροδεξιών εξτρεμιστών όπου συζητήθηκε ένα «master plan» για απέλαση εκατομμυρίων ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων μεταναστών και «μη αφομοιωμένων πολιτών», όπως γράφει το politico. Κάπου εκεί καραδοκεί και η Ζάρα Βάγκενκνεχτ με το νέο της κόμμα να προκρίνει αντιμεταναστευτικές πολιτικές.

Που οδηγούν όλα τα παραπάνω; Είναι η Γερμανία ο ελέφαντας στο δωμάτιο που τώρα τον είδαν όλοι; Όχι ακριβώς. Η γερμανική οικονομία παραμένει τεράστια και φαντάζει αδύνατο να μπει σε πολύ μεγάλες περιπέτειες. Ο Χόλγκερ Σμίντινγκ, ο οικονομολόγος που αποκάλεσε για πρώτη φορά τη Γερμανία τον «άρρωστο άνθρωπο της Ευρώπης» το 1998, πιστεύει ότι το «σημερινό κύμα απαισιοδοξίας» για την οικονομία της Γερμανίας είναι υπερβολικό». Ωστόσο γνωρίζουμε πως η οικονομική κρίση της Γερμανίας στα τέλη του 20ου αιώνα επιλύθηκε με την νεοφιλελεύθερη «Ατζέντα 2010» του σοσιαλδημοκράτη Γκέρχαρντ Σρέντερ. Αυτό ήταν το δικό της εσωτερικό και εσωτερικευμένο μνημόνιο πριν την παγκόσμια κρίση του 2009.

Ο Guardian στο editorial του με τίτλο «Δεν είναι ώρα για λιτότητα», είναι ξεκάθαρος πως αυτό δεν πρέπει να ξανασυμβεί και τονίζει την αγωνία που μάλλον πρέπει να έχουμε όλες και όλοι. Αναφέρει πως «σε νέους, δύσκολους καιρούς οι δημοσιονομικοί κανόνες μπορεί να χρειάζονται αναθεώρηση, προκειμένου να συνεχίσουν να ευδοκιμούν οι πολύτιμες συναινετικές παραδόσεις. Εν μέσω ύφεσης και ανανεωμένης λιτότητας, ένα εξαιρετικά ασυνήθιστο κύμα απεργιών και διαδηλώσεων που λαμβάνουν χώρα αυτή την εβδομάδα, δείχνουν μια χώρα που πολώνεται ανησυχητικά».

Back to top button