COVID-19 LIVE όλες οι εξελίξεις

STORIESΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Ρίτσαρντ Μπάρτον: Η υιοθεσία, οι πέντε γάμοι, ο αλκοολισμός και ο τραγικός θάνατος

Η ζωή του Ουαλού ηθοποιού που πέθανε στις 5 Αυγούστου 1984 ήταν πραγματικά ταραχώδης.

 

 

 

Ο Ρίτσαρντ Μπάρτον ήταν ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς του 20ου αιώνα, καθώς και μια τεράστια παρουσία στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Γεννημένος στον Ρίτσαρντ Τζένκινς το 1925 σε μια οικογένεια εξόρυξης άνθρακα από την Ουαλία, ο Μπάρτον έγινε θεατρικός ηθοποιός στα τέλη της εφηβείας του. Σύντομα ανέπτυξε το σήμα κατατεθέν του την έντονη, λεπτή φωνή και την άψογη παράδοση. Μετά από μια σημαντική ερμηνεία ως Άμλετ έγινε γνωστός ως ηθοποιός σε ταινίες όπως “Κλεοπάτρα”, “Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;”, “Κάμελοτ”, “Μπέκετ” και “Equus”.

Προτάθηκε επτά φορές για βραβείο Όσκαρ (6 φορές για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου και μια για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου) χωρίς όμως ποτέ να καταφέρει να το κερδίσει.

Ωστόσο είχε κερδίσει το Βραβείο της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (BAFTA) το 1966, δύο φορές τη Χρυσή Σφαίρα (το 1953 για τον καλύτερο πρωτοεμφανιζόμενο ηθοποιό και το 1978 για τον καλύτερο ηθοποιό) και Βραβείο Τόνυ για τον καλύτερο ηθοποιό το 1961. Παρά το γεγονός ότι ο ηθοποιός δεν είχε σπουδάσει υποκριτική, ήταν για μια περίοδο ένας από τους καλύτερος και πιο ακριβοπληρωμένους ηθοποιούς του Χόλιγουντ.

Υπήρξε παντρεμένος πέντε φορές, τις δύο εκ των οποίων με την ηθοποιό Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Οι δύο ηθοποιοί παντρεύτηκαν πρώτη φορά στο Μόντρεαλ, στις 15 Μαρτίου του 1964, δημιουργώντας ένα από τα πιο διάσημα ζευγάρια στο Χόλιγουντ.

Advertisement

 

 

Ο θάνατος της μητέρας του και η “υιοθεσία” από την αδερφή του

Ήταν το δωδέκατο από τα δεκατρία παιδιά στην ουαλόφωνη οικογένεια ενός ανθρακωρύχου και μιας μπαργούμαν σε μια παμπ που ονομαζόταν Miner’s Arms, εκεί που γνώρισε και παντρεύτηκε τον σύζυγό της. Ο πατέρας του ήταν ένας άντρας που έπινε και έπαιζε τζόγο και αργότερα ο Μπάρτον είπε ότι του έμοιαζε πολύ.

Ο Ρίτσαρντ ήταν μόλις δύο ετών όταν η μητέρα του πέθανε, στις 31 Οκτωβρίου, έξι ημέρες μετά τη γέννηση του Γκράχαμ, του δέκατου τρίτου παιδιού της οικογένειας. Μετά τον θάνατο της μητέρας του η μεγαλύτερη αδελφή του Ρίτσαρντ, Σεσίλια, την οποία προσφωνούσε στοργικά “Cis”, και ο σύζυγός της Έλφεντ Τζέιμς, επίσης ανθρακωρύχος, τον πήραν υπό την προστασία τους σε μια περιοχή στο Port Talbot, μια σκληρή, βρόμικη χαλυβουργική πόλη.

“Όταν πέθανε η μητέρα μου, η αδελφή μου είχε γίνει μητέρα μου, και περισσότερο μητέρα για μένα από ό,τι θα μπορούσε ποτέ να είναι οποιαδήποτε μητέρα… Ήμουν πολύ περήφανος γι’ αυτήν, Ένιωθε όλες τις τραγωδίες εκτός από τη δική της” έλεγε ο Μπάρτον.

Το πάθος με το αλκοόλ

Υπήρξε αλκοολικός στο μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής του. Σύμφωνα με τον βιογράφο του Robert Sellers, “στο απόγειο της μέθης του, στα μέσα της δεκαετίας του ’70, έπινε τρία με τέσσερα μπουκάλια σκληρού αλκοόλ την ημέρα”.

Όταν γύριζε την ταινία “The Klansman” (1974) παραλίγο να πεθάνει από το ποτό και πολλές από τις σκηνές του έπρεπε να γυριστούν με αυτόν καθιστό ή ξαπλωμένο λόγω της αδυναμίας του να σταθεί όρθιος, ενώ μίλαγε ασυνάρτητα. Αργότερα, μετά από χρόνια δεν θυμόταν καν να έχει γυρίσει αυτή την ταινία.

Σύμφωνα με τα ημερολόγιά του έπινε για να γεμίσει το κενό και την ισοπέδωση που του δημιουργούσε η ζωή όταν δεν ήταν στη σκηνή. Στα ίδια ημερολόγια γράφει ότι το αλκοόλ ήταν η αιτία που κατέστρεψε τον γάμο του με την Τέιλορ. Ήταν μια θλιβερή εξέλιξη για έναν άντρα που ήταν γνωστός για τις αθλητικές του ικανότητες και τη δύναμή του.

Η υγεία του κατέρρευσε πολύ νωρίς, από τα 40 του. Έπασχε από αρθρίτιδα, δερματίτιδα, κίρρωση του ήπατος και νεφροπάθεια, αλλά είχε σταθεί αδύνατον να υποβληθεί σε θεραπεία για αλκοολισμό, ενώ κάπνιζε τρία έως πέντε πακέτα τσιγάρα την ημέρα για το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής του.

Ακόμα και μετά τον θάνατό του, δημιουργούσε “σκάνδαλα”. Όταν τάφηκε στο Σελινί με στίχους του Ντίλαν Τόμας χαραγμένους στο μνήμα του, η χήρα του αγόρασε τον διπλανό τάφο για να μην ταφεί εκεί η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, όπως είχαν πει όταν ήταν μαζί.

Ο θυελλώδης έρωτας με την Ελίζαμπεθ Τέιλορ

Ήταν ένας έρωτας ταραχώδης, αφόρητος, σκανδαλώδης δηλαδή απόλυτα κινηματογραφικός. Οι δύο ηθοποιοί παντρεύτηκαν πρώτη φορά στο Μόντρεαλ, στις 15 Μαρτίου του 1964, δημιουργώντας ένα από τα πιο διάσημα ζευγάρια στο Χόλιγουντ, χώρισαν το 1974 και ξαναπαντρεύτηταν το 1975 και αυτή τη φορά ο γάμος τους κράτησε μόλις έναν χρόνο.

Η σχέση τους ξεκίνησε όταν ο Ρίτσαρντ Μπάρτον πρωταγωνίστησε ως Μάρκος Αντώνιος στο ιστορικό δράμα “Κλεοπάτρα” (“Cleopatra”, 1963), που σκηνοθέτησε ο Τζόζεφ Μάνκεβιτς. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ερωτεύτηκε σφοδρά την συμπρωταγωνίστριά του Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Και οι δύο ήταν παντρεμένοι τότε, γεγονός που πυροδότησε καταιγισμό δημοσιευμάτων στον διεθνή Τύπο. Και οι δυο χώρισαν τους συζύγους τους και παντρεύτηκαν.

Κατά τη διάρκεια της σχέσης τους, ο Ρίτσαρντ Μπάρτον ήταν ο άντρας που εκείνος που τα έδωσε όλα για τον έρωτά του, συναισθηματικά αλλά και υλικά. Τα δώρα που της έκανε άφησαν ιστορία, της είχε αγοράσει από νησί μέχρι το ακριβότερο διαμάντι του κόσμου.

 

Ένα χαρακτηριστικό γεγονός που αποτυπώνει τι σήμαινε αυτή η σχέση είναι όταν λίγο πριν πεθάνει ο Μπάρτον ζήτησε από την Τέιλορ να πάει στο σπίτι του, στο σπίτι που ζούσε με την τελευταία γυναίκα του. Εκείνη πήγε και έμεινε δύο μέρες μέχρι που εκείνος πέθανε.. στα χέρια της από εγκεφαλική αιμορραγία στις 5 Αυγούστου 1984 σε ηλικία 59 ετών.

“Όλη μου η φήμη για ένα μπουκάλι μπύρα”

Σε συνέντευξή του στην εκπομπή “Parkinson” του BBC το 1974, ο Μπάρτον εξομολογήθηκε ότι είχε περάσει από περιόδους κατά τις οποίες έπινε δύο ή τρία μπουκάλια σκληρό ποτό την ημέρα, αρκετά για να τερματίσει μια κανονική ανθρώπινη ζωή. Αυτές οι περίοδοι χαρακτηρίστηκαν από αυτοκτονική κατάθλιψη. Όπως χαρακτηριστικά είχε πεί ο ίδιος:”Όλη μου η φήμη για ένα μπουκάλι μπύρα”.

Η μάχη του Μπάρτον με το αλκοόλ δεν τελείωσε ποτέ. Το 1981 σταμάτησε εντελώς το ποτό, αποκαλώντας το “χειρότερο από τον καρκίνο”. Όμως μέσα σε λίγα χρόνια είχε ξανακυλήσει. Ο εύρωστος πρώην παίκτης του ράγκμπι άρχισε να εμφανίζεται στο κοινό δείχνοντας αδύναμος, με ένα χαλαρό, απογοητευμένο πρόσωπο. Το γεγονός ότι κάπνιζε πάνω από πέντε πακέτα τσιγάρα την ημέρα μάλλον δεν βοήθησε. Όταν πέθανε ήταν μόλις 58 ετών.

Back to top button