COVID-19 LIVE όλες οι εξελίξεις

STORIESΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Σαν σήμερα η Ελλάδα αποχαιρέτησε τον μεγάλο Νίκο Καζαντζάκη

Νίκος Καζαντζάκης: Ένα από τα μεγάλα κεφάλαια της νεοελληνικής λογοτεχνίας έφυγε απο τη ζωή σαν σήμερα το 1957

Σαν σήμερα, το πρωί της 26ης Οκτωβρίου του 1957, ο μεγάλος συγγραφέας, ποιητής και φιλόσοφος Νίκος Καζαντζάκης άφησε την τελευταία του πνοή στην κλινική του Φράιμπουργκ, όπου νοσηλεύθηκε έχοντας επιστρέψει από την Κίνα με σοβαρά κλονισμένη την υγεία του.

Η σορός του μεταφέρθηκε στην Αθήνα, αλλά η Εκκλησία της Ελλάδας αρνήθηκε να εκτεθεί σε προσκύνημα, δεδομένου ότι τον είχε κατηγορήσει ως ιερόσυλο και παρ’ ολίγον να τον αφορίσει. Αφορμή είχε αποτελέσει αφενός το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα «Kαπετάν Mιχάλης», αφετέρου ο «Τελευταίος Πειρασμός» -ένα μυθιστόρημα με πρωταγωνιστή τον Χριστό, που παλεύει μεταξύ της θείας και ανθρώπινης Φύσης του. Τελικά, η Εκκλησία της Ελλάδος δεν τόλμησε να προχωρήσει στον αφορισμό του Νίκου Καζαντζάκη, καθώς ήταν αντίθετος σε κάτι τέτοιο ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, αλλά ο «Τελευταίος Πειρασμός» συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των Απαγορευμένων Βιβλίων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.

Ανήσυχο πνεύμα
Ο Νίκος Καζαντζάκης γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1883 στο Ηράκλειο της τουρκοκρατούμενης τότε Κρήτης. Ο πατέρας του, ο καπετάν Μιχάλης, τον προόριζε για δικηγόρο, αλλά τελικά τον κέρδισε η λογοτεχνία. Η πρώτη του λογοτεχνική απόπειρα έγινε το 1906, έτος αποφοίτησής του με άριστα από τη Νομική Σχολή τού Πανεπιστημίου Αθηνών, με το «Όφις και Κρίνο» (με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβαμή). Το πτυχίο της νομικής φέρει και την υπογραφή του Κωστή Παλαμά ως Γενικός Γραμματέας του Πανεπιστημίου.

Από τα νεανικά του χρόνια ο Καζαντζάκης ήταν ανήσυχος και το πνεύμα του βασανιζόταν από υπαρξιακές και μεταφυσικές αγωνίες. Μελέτησε φιλοσόφους και πνευματικούς δασκάλους που δίχαζαν, ταξίδεψε πολύ και ασπάστηκε ιδέες που προκάλεσαν τους συντηρητικούς κύκλους, έγραψε με πάθος. Ο Καζαντζάκης δεν ήταν ένας άνθρωπος που μπορούσε να χωρέσει στα στενά πλαίσια που «άρμοζαν» γι αυτό και πολεμήθηκε.

Κατηγορήθηκε ότι ήταν κομμουνιστής και άθεος, ενώ χρησιμοποιήθηκαν όλα τα μέσα για να εμποδιστεί το ενδεχόμενο να λάβει το Βραβείο Νόμπελ για το οποίο ήταν επανειλημμένα υποψήφιος, ενώ εκείνος αγωνιζόταν για να αναγνωριστεί διεθνώς το έργο του. Ο Καζαντζάκης προτάθηκε 9 χρονιές (1947, 1950, 1951, 1952, 1953, 1954, 1955, 1956 και 1957) για το Βραβείο Νόμπελ, με συνολικά 14 διαφορετικές προτάσεις. Δεν το έλαβε ποτέ, αλλά είναι ο πιο μεταφρασμένος σύγχρονος έλληνας συγγραφέας.

Τον Μάρτιο του 1945 προσπάθησε να πάρει μια θέση στην Ακαδημία της Αθήνας, αλλά απέτυχε για δύο ψήφους.

Ασχολήθηκε και με την πολιτική. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών κατακτητών, δραστηριοποιήθηκε έντονα, αναλαμβάνοντας την προεδρία της Σοσιαλιστικής Εργατικής Κίνησης, ενώ διετέλεσε και υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου της κυβέρνησης του Θεμιστοκλή Σοφούλη από τις 26 Νοεμβρίου 1945 έως τις 11 Ιανουαρίου 1946.

«Η Κρητική Ματιά»: Να κοιτάζεις κατάματα τον φόβο και να συμπεριφέρεσαι σαν αθάνατος
Το 1947 διορίστηκε στην UNESCO με αποστολή την προώθηση μεταφράσεων κλασικών λογοτεχνικών έργων, με απώτερο στόχο τη γεφύρωση των διαφορετικών πολιτισμών. Παραιτήθηκε τελικά το 1948, προκειμένου να αφοσιωθεί στο λογοτεχνικό του έργο. Για τον σκοπό αυτό εγκαταστάθηκε στην Αντίμπ της Γαλλίας, όπου τα επόμενα χρόνια ακολούθησε μία ιδιαίτερα παραγωγική περίοδος, κατά την οποία ολοκλήρωσε το μεγαλύτερο μέρος του πεζογραφικού του έργου.

Βασικό θέμα που κυριαρχεί στα έργα του είναι η εσωτερική ελευθερία και αξιοπρέπεια του ανθρώπου, η κοινωνική δικαιοσύνη, η τόλμη, όπως εκφράζεται στον φιλοσοφικό του όρο: «Η Κρητική Ματιά». Να κοιτάζεις κατάματα τον φόβο, να ζεις τη ζωή των θνητών και να συμπεριφέρεσαι σαν να είσαι αθάνατος.

Σημείο – σταθμό στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη αποτελεί η «Οδύσσεια», ένα επικό ποίημα στα πρότυπα της ομηρικής «Οδύσσειας», αποτελούμενο από συνολικά 33.333 στίχους και 24 ραψωδίες. Για το έργο αυτό, ο Καζαντζάκης εργαζόταν για δεκατρία χρόνια και πριν από την τελική του μορφή, προηγήθηκαν οκτώ αναθεωρημένες γραφές.

Το ποίημα ξεκινά από την επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη και αποτελεί μια νέα περιπλάνηση του ανικανοποίητου ήρωα, που προσπαθεί να κατακτήσει την «πλέρια λευτεριά». Ο Καζαντζάκης θέλησε να γράψει το έπος του σύγχρονου ανθρώπου, γι’ αυτό θεωρούσε την «Οδύσσεια» ως το σπουδαιότερο έργο του.
Ο πιο αλέγρος «Ζορμπάς» εκδόθηκε στο Παρίσι το 1947 και με την επανέκδοση του το 1954 βραβεύτηκε ως το καλύτερο ξένο βιβλίο της χρονιάς. Το 1955 ο συγγραφέας μαζί με τον Κακριδή χρηματοδότησαν την έκδοση της δικής τους μετάφρασης της Ιλιάδας, ενώ την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε τελικά στην Ελλάδα ο Τελευταίος Πειρασμός. Τον επόμενο χρόνο τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Θεάτρου στην Αθήνα για τους τρεις τόμους Θέατρο Α΄, Β΄, Γ΄ και με το Παγκόσμιο Βραβείο Ειρήνης στη Βιέννη, ένα βραβείο το οποίο προερχόταν από το σύνολο των τότε Σοσιαλιστικών χωρών. Καθώς μια από αυτές ήταν η Κίνα, επιχείρησε δεύτερο ταξίδι εκεί τον Ιούνιο του 1957, προσκεκλημένος της κινεζικής κυβέρνησης.

Επέστρεψε με κλονισμένη την υγεία του προσβληθείς από λευχαιμία. Νοσηλεύτηκε στην Κοπεγχάγη της Δανίας και το Φράιμπουργκ (Freiburg im Breisgau) της Γερμανίας, όπου τελικά κατέληξε στις 26 Οκτωβρίου 1957 σε ηλικία 74 ετών.

«Δε φοβάμαι τίποτα – Δεν ελπίζω τίποτα – Είμαι ελεύθερος»
Η σορός του Νίκου Καζαντζάκη έφτασε στην Αθήνα στις 4 Νοεμβρίου του 1957 και ο Αρχιεπίσκοπος των Αθηνών, Θεόκλητος βρήκε την ευκαιρία για να πάρει «εκδίκηση» ενάντια στον «αθυρόστομο υβριστή και συκοφάντη».

Ορθόδοξος σύλλογος έστειλε τηλεγράφημα στον Μητροπολίτη Κρήτης και σε όλη την ιεραρχία να αρνηθούν όλα τα ιερά μυστήρια στον νεκρό και να μην επιτραπεί η κηδεία του σε κανένα νεκροταφείο της εκκλησιάς. Την τελευταία στιγμή ο Αριστοτέλης Ωνάσης έσωσε την κατάσταση. Το ίδιο απόγευμα διέθεσε ένα έκτακτο αεροπλάνο της Ολυμπιακής και μετέφερε την σορό του.

Όταν το αεροπλάνο προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου, μια τεράστια ανθρωποθάλασσα υποδέχτηκε τον Καζαντζάκη. Χιλιάδες άνθρωποι της τέχνης, του θεάτρου, της πολιτικής και των τοπικών αρχών περίμεναν με θλίψη τον νεκρό.

Το φέρετρο τοποθετήθηκε στον Μητροπολιτικό ναό του Άγιου Μηνά με την έγκριση του Μητροπολίτη της Κρήτης, Ευγένιου που αψήφησε τις απειλές της Εκκλησίας και έψαλε μια σύντομη επιμνημόσυνο δέηση. Κρητικοί με παραδοσιακές φορεσιές και κρητικές με εθνικές ενδυμασίες και μαύρες μαντίλες στάθηκαν δίπλα στο φέρετρο. Εκατοντάδες στέφανα κατατέθηκαν στην τιμή του και το λαϊκό προσκύνημα κράτησε μέχρι αργά τα μεσάνυχτα.

Back to top button