COVID-19 LIVE όλες οι εξελίξεις

STORIES

Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος: Δεν έπρεπε να ζει και γι’ αυτό δεν ζει,… Ήταν το «μεγάλο αγκάθι», λέει στενός του συνεργάτης

Σαν σήμερα, στις 5.15 τα ξημερώματα της 28ης Ιανουαρίου του 2008, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος έφυγε από τη ζωή, χάνοντας τη μάχη που έδινε επί επτά μήνες με την επάρατη νόσο. Λίγο νωρίτερα οι γιατροί, οι στενοί του συνεργάτες και πολλοί κληρικοί έσπευσαν στην αρχιεπισκοπική κατοικία στο Ψυχικό.
Ο αρχιεπίσκοπος κατέληξε στην κατοικία του, καθώς οι γιατροί σεβάστηκαν την επιθυμία του να μην μεταφερθεί στο νοσοκομείο ό,τι και να του συμβεί.
Οκτώ χρόνια αργότερα ένας από τους στενότερους συνεργάτες του ο π. Επιφάνιος Οικονόμου σε μια συνέντευξη-βόμβα δήλωσε ότι ο θάνατος του Αρχιεπισκόπου δεν ήταν τυχαίος.
«Ο Χριστόδουλος δεν έπρεπε να ζει και γι’ αυτό δεν ζει. Και ο νοών νοείτο», είπε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας ότι θα ήταν το «μεγάλο αγκάθι» απέναντι στο οργανωμένο σχέδιο εξαθλίωσης των Ελλήνων που παίρνει σάρκα και οστά τα τελευταία χρόνια στη χώρα. Ο π. Επιφάνιος Οικονόμου, μιλώντας στις 2 Φεβρουαρίου 2016 στον τηλεοπτικό σταθμό ASTRA και στον δημοσιογράφο Δημήτρη Μαρέδη, ανέφερε, ότι «αν ζούσε ο Χριστόδουλος όλη η Ελλάδα θα ήταν αλλιώς, όχι μόνο η Εκκλησία. Δεν θα είχε άλλο λόγο και ρόλο μόνο η Εκκλησία. Η χώρα θα ήταν διαφορετική», ανέφερε ο πατέρας Επιφάνιος Οικονόμου, υποστηρίζοντας ότι «το κακό που συμβαίνει στη χώρα σήμερα δεν θα συνέβαινε». 
Ο π. Επιφάνιος Οικονόμου, άφησε να εννοηθεί ότι ο θάνατος του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου δεν ήταν τυχαίος. Συνέπεσε με την έναρξη της οικονομικής κρίσης. «Θα μου πείτε ένας Χριστόδουλος θα μπορούσε να το αναχαιτίσει; Θα σας πω ότι όσο περνάει ο καιρός το πιστεύω ακόμη περισσότερο: ότι ο Χριστόδουλος ήταν ένα εμπόδιο απέναντι σε όσα συμβαίνουν σήμερα στην Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο ότι το κακό ξεκίνησε από την επομένη του θανάτου του. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα βυθίζεται από τέλμα σε τέλμα. Ο Χριστόδουλος δεν έπρεπε να ζει σε μια τέτοια εποχή γιατί θα ήταν εμπόδιο σε όλο αυτό το σχέδιο του κακού- θα τα πω όπως τα νιώθω και τα πιστεύω- δεν έπρεπε να ζει γι’ αυτό δεν ζει. Και ο νοών νοείτο. Το πιστεύω πλέον, στην αρχή δεν ήθελα να το πιστέψω», είπε ο πατέρας Επιφάνιος, σοκάροντας με τις δηλώσεις του.
Ο ίδιος υπογράμμισε ότι είναι απαλλαγμένος από τον όγκο των συναισθημάτων που τον κατέκλυσαν με το θάνατο του Μακαριστού. «Αν αυτά τα έλεγα πριν οκτώ, επτά ή έξι χρόνια, θα μπορούσε κανείς να μου ότι με έχουν κυριεύσει τα συναισθήματα. Τώρα όμως έχω απεγκλωβιστεί από τα συναισθήματα. Κι όταν ένας άνθρωπος απεγκλωβίζεται από το μεγάλο όγκο των συναισθημάτων, μπορεί και βλέπει τα πράγματα και τα πρόσωπα πιο καθαρά. Και αντιλαμβάνεται την ερμηνεία των φαινομένων και των γεγονότων με πιο διαυγή τρόπο. Γι’ αυτό πιστεύω ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο», επέμεινε ο ίδιος.
Έκανε μάλιστα λόγο για καλά οργανωμένο σχέδιο εις βάρος της Ελλάδας, απέναντι στο οποίο «αγκάθι» θα ήταν ο Χριστόδουλος. «Ολοι λένε ότι αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα την τελευταία πενταετία- εξαετία δεν είναι τυχαία. Σχεδιάστηκαν και εκτελούνται. Στην πατρίδα μας βρίσκονται εύχρηστα όργανα από την πολιτική, επιχειρηματική και δημοσιογραφική σκηνή. Ο Χριστόδουλος θα ήταν το μεγάλο αγκάθι, το μεγάλο εμπόδιο, γιατί θα μετουσίωνε τις ελπίδες ενός ολόκληρου λαού για αντίσταση και ανάκαμψη», είπε χαρακτηριστικά, παραπέμποντας στο τελευταίο πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του Μακαριστού που μιλούσε για αντίσταση και ανάκαμψη. «Θυμάστε ποιες ήταν οι τελευταίες φράσεις του στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του 2008 λίγο πριν φύγει από τη ζωή. Αντίσταση και ανάκαμψη. Είπε στο λαό: αδέλφια αντισταθείτε και μείνετε όρθιοι. Τώρα όλα ερμηνεύονται», σχολίασε ο π. Επιφάνιος.

Ποιος ήταν ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος

Ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος γεννήθηκε το 1939 στην Ξάνθη και σπούδασε Νομικά και Θεολογία. Χαρισματικός από τα νεανικά του χρόνια, διδάκτωρ Θεολογίας, πτυχιούχος γαλλικής και αγγλικής γλώσσας, γνώστης ιταλικής και γερμανικής, χειροτονήθηκε διάκονος το 1961 και πρεσβύτερος το 1965.
Εννέα χρόνια ήταν ιεροκήρυκας στο ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου (Παναγίτσα) Φαλήρου, ενώ διετέλεσε επί επτά χρόνια γραμματέας της Ιεράς Συνόδου.
Νεότατος, μόλις 35 ετών, το 1974, εξελέγη μητροπολίτης Δημητριάδος, απ΄όπου αναχώρησε, όταν εξελέγη αρχιεπίσκοπος Αθηνών.
Πήρε μέρος σε πολλές εκκλησιαστικές αποστολές στο εξωτερικό, ενώ συνέγραψε πλήθος επιστημονικών και εποικοδομητικών κειμένων. Αρθρογράφησε στον εκκλησιαστικό Τύπο, αλλά και σε εφημερίδες.
Ανάμεσα στις πρόσφατες δημοσιεύσεις ξεχωρίζουν : “Ελληνισμός προσήλυτος. Η μετάβαση από την αρχαιότητα στον χριστιανισμό”, “Η ψυχή της Ευρώπης”.
Μνημειώδες θεωρείται το έργο του, το οποίο αποτελεί και τη διατριβή του στο Πανεπιστήμιο με τίτλο : “Ιστορική και Κανονική θεώρησις του παλαιοημερολογητικού ζητήματος κατά την γένεσιν και την εξέλιξιν αυτού εν Ελλάδι”, ενώ εμπεριστατωμένες θεωρούνται οι μελέτες του για τον Μελέτιο Πηγά και το Θείο Πάθος.

Τα γεγονότα που σημάδεψαν την θητεία του

Ο αρχιεπίσκοπος με το λόγο του, είτε από άμβωνος, είτε σε εκδηλώσεις, είτε σε δηλώσεις του, προκάλεσε αντιδράσεις. Σχολιάσθηκε θετικά, αλλά και αρνητικά.
Δύο μεγάλα γεγονότα σημάδεψαν τα πρώτα χρόνια της ποιμαντορίας του: η σύγκρουση με την κυβέρνηση Κ. Σημίτη για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, που άρχισε την άνοιξη του 2000 και απασχόλησε για περίπου δύο χρόνια την κοινή γνώμη, ενώ αμέσως μετά άρχισε και η κρίση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο που κράτησε ως το 2004 και έληξε μετά την παρέμβαση της -τότε- υπουργού Παιδείας Μαριέττας Γιαννάκου.
Για πρώτη φορά στα χρονικά, το 2001 αρχίζει να διαφαίνεται ότι ο αρχιεπίσκοπος θα δεχθεί στην Αθήνα τον τότε Πάπα Ιωάννη Παύλο τον Β΄, γεγονός που πριν συμβεί φαινόταν αδιανόητο. Υπήρξαν κάποιες αντιδράσεις, υπήρξαν ανακοινώσεις από φανατικούς, όμως ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος καταφέρνει και πείθει πρωτίστως τους ιεράρχες και ο Πάπας επισκέπτεται την Αθήνα, κατόπιν προσκλήσεως του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας Κ. Στεφανόπουλου.
Στο αρχιεπισκοπικό Μέγαρο, παρουσία και των μελών της Ιεράς Συνόδου, ο Ποντίφικας ζήτησε συγγνώμη για τα δεινά του παρελθόντος. Ο αρχιεπίσκοπος αρχίζει πρώτος να τον χειροκροτεί και ακολουθούν οι συνοδικοί Ιεράρχες. Ο πάγος μεταξύ των δύο Εκκλησιών, εκείνη τη στιγμή άρχισε να λιώνει. Πέντε χρόνια αργότερα, το Δεκέμβριο του 2006, ο αρχιεπίσκοπος θα ανταποδώσει την επίσκεψη του Πάπα, πηγαίνοντας στο Βατικανό για να συναντήσει το νεοεκλεγέντα πλέον Πάπα Βενέδικτο.
Ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος, υπήρξε δημοφιλέστατος. Τα χαρίσματα του ήταν πολλά. Όμως, πολλές φορές παρεξηγήθηκε. Ο ίδιος έλεγε απλά πως το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η Εκκλησία, οι αγώνες, οι ρίζες και η ταυτότητα του ελληνισμού.

Η ασθένεια

Η ζωή και οι δραστηριότητες του αρχιεπισκόπου άρχισαν να παίρνουν διαφορετική τροπή το Σάββατο 9 Ιουνίου 2007. Τότε επρόκειτο να επισκεφθεί το πατριαρχείο Αλεξανδρείας, λίγες ώρες μετά από μία κουραστική περιοδεία στη Βόρεια Ελλάδα, όπου εμφανίστηκε ακούραστος, δραστήριος, εντυπωσιάζοντας τους πάντες, αφού μέσα σε λίγες ώρες εκφώνησε 19 ομιλίες.
Το πρωί του Σαββάτου, άρχισαν πόνοι, γαστρεντερικές διαταραχές και πυρετός. Δεν το έβαζε κάτω, αρνούμενος να πάει στο γιατρό. Αντίθετα ήθελε να πραγματοποιήσει την επίσκεψη στην Αλεξάνδρεια. Στενοί συνεργάτες του, τον πίεσαν και τον έπεισαν να πάει στο νοσοκομείο. Μπήκε στο Αρεταίειο.
Αρχικά δεν υπήρξε ανησυχία. Θεωρήθηκε μια απλή περίπτωση αδιαθεσίας. Ώσπου τα άσχημα νέα χτύπησαν το πρώτο καμπανάκι, για όγκο στο έντερο. Στη συνέχεια υπεβλήθη σε επέμβαση και ανακαλύπτεται ο όγκος στο ήπαρ.
Ο ασκός του Αιόλου είχε ανοίξει. Παρέμεινε επί μέρες στην εντατική και στη συνέχεια σε θάλαμο νοσηλείας. Η απελπισία άρχισε σιγά-σιγά να κυκλώνει πρώτα τους συνεργάτες και μετά τους γιατρούς. “Κρίσιμη η κατάσταση” έλεγαν. “Λίγες ελπίδες”.
Η κοινή γνώμη έχει ήδη αρχίσει να εκδηλώνεται. Πιστοί άρχισαν να συρρέουν στο Αρεταίειο νοσοκομείο. Εκατοντάδες μηνύματα, γράμματα, λουλούδια στον αρχιεπίσκοπο. Επιστήμονες από το εξωτερικό έρχονται να τον εξετάσουν. Η κατάσταση παραμένει κρίσιμη. Ώσπου ο διάσημος Έλληνας χειρουργός Ανδρέας Τζάκης, προσωπικός φίλος του αρχιεπισκόπου, ο οποίος μάλιστα είχε τιμηθεί και από την Ιερά Σύνοδο, έρχεται στην Ελλάδα και δίδει το φως της ελπίδας στον αρχιεπίσκοπο. Η μαγική λέξη ήταν “μεταμόσχευση”.

Η επέμβαση στο Τζάκσον Μεμόριαλ

Η επέμβαση, προγραμματίστηκε για το ειδικό κέντρο Τζάκσον Μεμόριαλ που βρίσκεται στο Μαϊάμι και επικεφαλής είναι ο Ανδρέας Τζάκης. Ένα κλίμα αισιοδοξίας αρχίζει πλέον να διακατέχει τον αρχιεπίσκοπο, τους στενούς του συνεργάτες, τους ιεράρχες. Άλλωστε υπάρχουν πολλές περιπτώσεις στην Ελλάδα και μάλιστα κληρικών που ήδη είχαν κάνει, στα χέρια του διάσημου χειρουργού, τη μεταμόσχευση ήπατος και ζούσαν κάτω από καλύτερες συνθήκες και επί χρόνια.
Ο αρχιεπίσκοπος βγαίνει από το νοσοκομείο στις 20 Ιουλίου. Με τρεμάμενη φωνή, εμφανώς συγκινημένος, απευθύνεται στο πανελλήνιο λέγοντας τις φράσεις: “Είμαι ο Χριστόδουλός σας”. Εκφράζεται με ελπίδα και αισιοδοξία για τη δεύτερη φάση της περιπέτειας της υγείας του στις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση του συμπαρίσταται με τον καλύτερο τρόπο. Το κυβερνητικό αεροσκάφος βρίσκεται στη διάθεση του αρχιεπισκόπου για να τον μεταφέρει στο Μαϊάμι. Μένει στο σπίτι του στο Ψυχικό, μέχρι να φύγει για τις ΗΠΑ, δεχόμενος επισκέψεις φίλων, πιστών και κληρικών. Το κλίμα αισιοδοξίας διατηρείται αμείωτο.
Το Σάββατο 18 Αυγούστου αναχωρεί από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Μέσα σε κλίμα συγκίνησης, ο αρχιεπίσκοπος αποχαιρετά την Ελλάδα, τους συνεργάτες του, τους φίλους και τους εκπροσώπους της κυβέρνησης και των κομμάτων, ζητώντας από τους Έλληνες να προσεύχονται για εκείνον.
Στο Μαϊάμι παρέμεινε πενήντα ημέρες, μέχρι να βρεθεί το κατάλληλο μόσχευμα. Λίγο πριν μπει στο Ειδικό Κέντρο Μεταμοσχεύσεων, είχε ήδη αρχίσει να καταβάλλεται ψυχολογικά από την αδημονία. Προσδοκούσε το μόσχευμα για να ολοκληρωθεί η επέμβαση, λαχταρώντας να γυρίσει στην Ελλάδα.
Ήταν Κυριακή 7 Οκτωβρίου, όταν του ανακοινώθηκε ότι βρέθηκε μόσχευμα από νεαρό υγιέστατο δότη, θύμα τροχαίου. Εισήχθη κατευθείαν στο χειρουργείο, όπου όμως λίγες ώρες αργότερα, απλώς διαπιστώνεται ότι υπάρχει μετάσταση της νόσου και η μεταμόσχευση είναι αδύνατη.
Στην κατοικία του στο Ψυχικό παρέμεινε ως το τέλος ο αρχιεπίσκοπος, αρνούμενος να μεταφερθεί στο νοσοκομείο, ακόμη και όταν η κατάσταση της υγείας του είχε αρχίσει να επιδεινώνεται.
Αμέσως μετά την επιστροφή του από το Μαϊάμι, ο αρχιεπίσκοπος άρχισε να συναντάται με πολιτικούς, ιεράρχες, προκαθημένους Εκκλησιών, φίλους και γνωστούς που εξέφραζαν την επιθυμία να τον δουν.
Στις 16 Νοεμβρίου επισκέπτεται το Ψυχικό και μένει αρκετά λεπτά με τον αρχιεπίσκοπο, συζητώντας ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής. Στις 21 Νοεμβρίου, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Γ. Παπανδρέου επισκέπτεται τον αρχιεπίσκοπο και έχει μακρά συζήτηση μαζί του. Ακολουθεί, στις 23 Νοεμβρίου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας.
Ο αρχιεπίσκοπος περνάει μια περίοδο που βλέπει ακατάπαυστα κόσμο. Όχι μόνο δεν κουράζεται, αντίθετα επιθυμεί να συνομιλεί και να συζητεί με τους επισκέπτες του.

Το τέλος

Τα πρώτα έντονα σημάδια κατάπτωσης φάνηκαν λίγες ημέρες πρίν απο τα Χριστούγεννα. Οι γιατροί του συνιστούν να λιγοστέψουν οι επισκέψεις. Ο αρχιεπίσκοπος υπακούει. Οι πόνοι έχουν αρχίσει να γίνονται ανυπόφοροι. Οι γιατροί χρησιμοποιούν πολύ ισχυρά αναλγητικά, τα οποία συχνά τον οδηγούν σε βαθύ ύπνο, για πολλές ώρες.
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς αισθάνεται κάπως καλύτερα και καθισμένος στο σαλονάκι του πρώτου ορόφου, δέχεται το νομάρχη Θεσσαλονίκης Π. Ψωμιάδη που με ποντιακά σωματεία λένε τα κάλαντα. Ο αρχιεπίσκοπος απευθύνεται στους νέους και τους δίνει συμβουλές και παρακαταθήκες για το μέλλον τους. Είχε προηγηθεί η δημοσιοποίηση του πρωτοχρονιάτικου μηνύματός του στο οποίο αναφερόταν στην “κοινή μοίρα των ανθρώπων που είναι ο θάνατος” και τόνιζε τη λύση που δίνει μόνο η χριστιανική πίστη.
Λίγες μέρες αργότερα όμως, είναι πλέον πολύ δύσκολο ακόμη και να σηκωθεί απο το κρεβάτι. Οι γιατροί επιμένουν να μεταφερθεί στο νοσοκομείο για να διαπιστωθεί αν υπάρχουν μεταστάσεις των όγκων. Εκείνος αρνείται επίμονα και στις 14 Ιανουαρίου οι γιατροί εκδίδουν ανακοινωθέν στο οποίο τονίζουν την “περαιτέρω επιδείνωση” της υγείας του. Η αντίστροφη μέτρηση είχε ήδη αρχίσει.

Back to top button