EΛΛΑΔΑΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Στο Εφετείο το διεστραμμένο ζευγάρι που βασάνιζε τα δυο ανήλικα αγόρια – Το χρονικό της φρίκης

Πίσω από τις δικαστικές αίθουσες, τις λέξεις «βιασμός» και «γενετήσιες πράξεις», κρύβεται η απόλυτη φρίκη: δύο αθώες ψυχές, ανήλικα παιδιά, βίωσαν το αδιανόητο από τους ίδιους τους ανθρώπους που έπρεπε να τα προστατεύουν.

Η υπόθεση του «ζευγαριού της φρίκης» είναι δυστυχώς άλλη μία προσθήκη σε μια σκοτεινή λίστα εγκλημάτων που σοκάρουν την κοινή γνώμη, αλλά κυρίως πληγώνουν την κοινωνική συνείδηση. Ο τρόμος που βίωσαν αυτά τα δύο αγόρια δεν χωρά ούτε σε ρεπορτάζ ούτε σε δικαστικές αποφάσεις — είναι μια πληγή που θα τα συνοδεύει για πάντα.

Το εν λόγω ζεύγος στις αρχές Μαΐου δικάζεται σε δεύτερο βαθμό σε Μικτό Ορκωτό Εφετείο της περιφέρειας, και όπως προς στιγμής φαίνεται έχει πολλά κοινά με την περίπτωση του προσωρινά κρατούμενου αστυνομικού της Βουλής, ο οποίος κατηγορείται ότι, μαζί με τη σύζυγο του, που είναι επίσης κατηγορούμενη, κακοποιούσαν σεξουαλικά τα τέσσερα από τα πέντε παιδιά της οικογένειας ηλικίας 14, 13, 12 και 9 ετών.

Το χρονικό της φρίκης

Σύμφωνα με την κατηγορία, η μητέρα μαζί με τον επίσης ανώμαλο σύντροφό της βίαζαν τα δύο αγοράκια της, ενώ παράλληλα εκείνη τα εξανάγκαζε να φιλήσουν το πέος του και επιπλέον υποχρέωνε τα ανήλικα, να ανέχονται θωπείες στα γεννητικά τους όργανα και τους γλουτούς τους!!

Η πρώτη δίκη της 51χρονης μητέρας των ανηλίκων και του 55χρονου συντρόφου της, έγινε το Μάρτιο του 2024 και από τότε και οι δύο βρίσκονται στη φυλακή, εκτίοντας ποινές 31 ετών κάθειρξης ο καθένας.

Και οι δύο έχουν κριθεί ένοχοι σε πρώτο βαθμό, για βιασμό από κοινού, κατά συρροή και κατ΄εξακολούθηση, καθώς επίσης και για γενετήσιες πράξεις από κοινού κατά συρροή και κατ΄εξακολούθηση, σε βάρος ανηλίκων, που δεν συμπλήρωσαν τα 12 έτη.


Σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, από το 2016 οι κατηγορούμενοι διατηρούσαν ερωτική σχέση και διέμεναν συχνά στο σπίτι της 51χρονης μαζί με τους δύο ανήλικους γιούς της, ηλικίας τότε 4,5 και 3,5 ετών.

Όπως αναφέρεται στην πρωτόδικη δικαστική απόφαση, «σχεδόν καθημερινά, οι κατηγορούμενοι κυκλοφορούσαν γυμνοί μέσα στο σπίτι και με σκοπό, να ικανοποιήσουν τη γενετήσια ορμή και επιθυμία τους, διέκοπταν το παιχνίδι των ανηλίκων, τους άρπαζαν και τους ανάγκαζαν να παρευρίσκονται κατά τη διάρκεια των ερωτικών τους πράξεων (φιλιά, πεολειχία, διείσδυση), τους έβγαζαν τα ρούχα τους, ενώ ήταν και οι ίδιοι γυμνοί και απαιτούσαν να τους παρακολουθούν, τους τοποθετούσαν αντικείμενα στον πρωκτό τους και συγκεκριμένα αντικείμενα, που προσιδιάζουν σε δονητή.

Επιπλέον, ο πρώτος κατηγορούμενος τους ανάγκαζε να φιλάνε το πέος του και όταν αντιστεκόντουσαν, η μητέρα έπιανε το κεφάλι των ανηλίκων και με βία του έσπρωχνε, κρατώντας το από τον αυχένα και το πίσω μέρος της κεφαλής τους και τα εξανάγκαζε να φιλήσουν το πέος του κατηγορούμενου, ενώ επιπλέον θώπευαν τα ανήλικα στα γεννητικά τους όργανα και τους γλουτούς».

Στο πρωτόδικο δικαστήριο οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν τα πάντα, ενώ ισχυρίστηκαν ότι, δεν είχαν ούτε καν ερωτική σχέση, ωστόσο οι ισχυρισμοί τους, δεν έγιναν πιστευτοί.

Στο διατακτικό της πρωτόδικης καταδικαστικής τους απόφασης αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι, «… από το 2016 ο πρώτος κατηγορούμενος λάμβανε χρήματα από τη δεύτερη κατηγορούμενη, ενώ είχε στην κατοχή του την κάρτα τραπεζικών της αναλήψεων και τα στοιχεία του τραπεζικού της λογαριασμού απομυζώντας της συνέχεια χρήματα, γεγονός που αποδεικνύει τη στενή μεταξύ τους σχέση».

Σε άλλο σημείο της δικογραφίας αναφέρεται ότι, «είναι χαρακτηριστική η αντίδραση των δύο ανηλίκων απέναντι στους δύο κατηγορούμενους, προς τον πρώτο με απόλυτο φόβο, ενώ προς τη δεύτερη με απέχθεια και αποστροφή».

Το δικαστήριο, που έκρινε ενόχους τη μητέρα και το σύντροφο της αναφέρει επιπλέον στο σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης του “τα ανήλικα βίωσαν τον απόλυτο τρόμο, μέσω των περιστατικών, που αναγκάστηκαν σε τόσο μικρή ηλικία να ανεχθούν και σωματοποίησαν τον τρόμο αυτόν και το τραύμα για αρκετό καιρό, ενώ η κακοποίηση που είχαν υποστεί ήταν έκδηλη στη συμπεριφορά τους. Άλλωστε χωρίς αμφιβολία, πρόδηλα και βάναυσα κακοποιητική ήταν και η συμπεριφορά της μητέρας των ανηλίκων, που χωρίς ίχνος αναστολής προέβη σε βάρος των τέκνων της στις παραπάνω κακοποιητικές πράξεις”.

Τα παιδιά φέρονται, πως άρχισαν να αποκαλύπτουν όσα βίωσαν με τη μητέρα τους και το σύντροφο της δύο χρόνια αργότερα, δηλαδή το 2018, ενώ τον Ιανουάριο του 2023 συντάχτηκε η πρώτη έκθεση πραγματογνωμοσύνης για την ψυχολογική τους κατάσταση, στην οποία κατά πληροφορίες αναφέρεται ότι «τα ανήλικα βίωσαν τον απόλυτο τρόμο, μέσω των περιστατικών, που αναγκάστηκαν σε τόσο μικρή ηλικία να ανεχθούν και σωματοποίησαν τον τρόμο αυτόν και το τραύμα για αρκετό καιρό, ενώ η κακοποίηση που είχαν υποστεί ήταν έκδηλη στη συμπεριφορά τους.

Κι αν είναι κάτι που πρέπει να μείνει από την υπόθεση αυτή, είναι η ανάγκη να υπάρχει διαρκής επαγρύπνηση, στήριξη στα παιδιά, ενίσχυση των κοινωνικών δομών και ένα ηχηρό «όχι» στη σιωπή. Γιατί το ότι κάτι τέτοιο αποτελεί είδηση, είναι η μεγαλύτερη ντροπή μας.

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα



Back to top button