COVID-19 LIVE όλες οι εξελίξεις

ΠΟΛΙΤΙΚΗΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Σύνοδος Κορυφής ΝΑΤΟ: Οι πονηριές του Ερντογάν και οι παγίδες, που έστησε στον Μητσοτάκη – Το ‘σκοτεινό’ παρασκήνιο της κρίσιμης συνάντησης

Ο πονηρός ανατολίτης Ταγίπ Ερντογάν επιστράτευσε όλη την ανατολίτικη πονηριά και γαλιφιά τόσο με τον Μπάιντεν όσο και με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Με τον πρώτο έπεσε σχεδόν στα γόνατα και του φίλησε το χέρι σε μία ενέργεια που οι δυτικοί άνθρωποι θα ερμήνευαν ως πράξη υποταγής στον Αμερικανό Πρόεδρο. Είναι όμως το ίδιο σύμφωνα με τους κώδικες της Ανατολής;

Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη δεν έκανε ασφαλώς το ίδιο, αλλά του έστησε παγίδες μέσω της εκδήλωσης καλής προαίρεσης και διάθεσης να βρεθούν λύσεις στις διαφορές (η διαφορά είναι μία και είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ). Τί έκανε ο πανούργος Ταγίπ;

Επιδεικνύοντας ένα πνεύμα καλής θέλησης ζήτησε να μην αναμιχθούν τρίτοι ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία και να επιχειρήσουν οι δυο τους, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Ταγίπ Ερντογάν να βρουν τις λύσεις. Μάλιστα ο αφιλότιμος πρότεινε ακόμα και ιδιωτική τηλεφωνική γραμμή ανάμεσα σε αυτόν και τον Έλληνα πρωθυπουργό. Με την πρώτη ματιά φαίνεται ως μία πρόταση που πηγάζει από καλή διάθεση.

Ομως, πρόκειται για μία πολύ μεγάλη παγίδα. Γιατί; Διότι δεκαετίες τώρα η πολιτική της Ελλάδας είναι πως το οποιοδήποτε πρόβλημα που έχει σχέση με το Αιγαίο δεν είναι Ελληνοτουρκικό, αλλά ευρωτουρκικό. Που σημαίνει ότι η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση ζητά από την Ευρώπη όχι μόνο στήριξη διπλωματική, αλλά και δραστηριοποίηση ενεργή. Αυτό κάνει για παράδειγμα όταν ζητά να επιβληθούν κυρώσεις στην Τουρκία για παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Επιπλέον η Ελλάδα πάντα επιχειρούσε να διεθνοποιήσει το ζήτημα.

Και όπως γίνεται αντιληπτό αν η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη επιδίωκε με πολύ μεγάλες πιέσεις την επιβολή κυρώσεων από τους Ευρωπαίους στην Τουρκία (ασκώντας για παράδειγμα βέτο σε αποφάσεις για συμφέροντα Ισπανών, Γερμανών, Ολλανδών και άλλων υποστηρικτών της Τουρκίας), τότε ίσως η στάση της Τουρκίας που βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση και συνεπώς είναι ευάλωτη σε οικονομικές κυρώσεις, να άλλαζε.

Ομως, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ποτέ δεν απαίτησε με επιμονή να επιβληθούν κυρώσεις, υποτασσόμενη στα κελεύσματα κυρίως των Γερμανών και της Μέρκελ.

Ας ελπίσουμε πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έπεσε στην παγίδα να συμφωνήσει να μην εμπλακούν τρίτοι στα Ελληνοτουρκικά, γιατί αν αποδέχθηκε την πονηρή πρόταση του Ερντογάν διέπραξε κολοσσιαίο σφάλμα.

Και οι πονηριές του Σουλτάνου δεν σταματούν εδώ. Την τελευταία στιγμή και ενώ είχε κανονιστεί από ένας διερμηνέας για κάθε πλευρά, χωρίς την παρουσία διπλωματών και άλλων αξιωματούχων, ο Τούρκος Πρόεδρος παρουσίασε ξαφνικά τον… Ιμπραήμ Καλίν, τον εκπρόσωπο της Τουρκικής Προεδρίας, ως διερμηνέα του.

Αυτό βέβαια, είχε ως αποτέλεσμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης να ζητήσει την παρουσία της επικεφαλής του διπλωματικού του γραφείου.

Η ανάρτηση του Πρωθυπουργού για τη συνάντηση με τον Τούρκο Πρόεδρο

Για την ανάγκη συνέχισης του διαλόγου ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, παρά τις υπαρκτές διαφορές, κάνει λόγο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αναφερόμενος στη συνάντησή του με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ.

«Αν και οι διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες μας παραμένουν, η Ελλάδα και η Τουρκία είναι γείτονες και η συνεργασία σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος είναι προς όφελος όλων. Ο διάλογος, συνεπώς, είναι πάντοτε σημαντικός» έγραψε στο Twitter ο πρωθυπουργός.

Η συνάντηση Ερντογάν-Μπάιντεν και τα ελληνοτουρκικά

Το παγοθραυστικό «Μπάιντεν» έσπασε τους πάγους στο Αιγαίο και φέρνει «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο: Πιεσμένος από την ανάγκη να βρει μία διευθέτηση των διαφορών του με τις ΗΠΑ, σε μία κίνηση τακτικής, ο Ταγίπ Ερντογάν αποφάσισε να προχωρήσει σε μία «επίθεση φιλίας» προς την Ελλάδα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την ατμόσφαιρα στις διμερείς σχέσεις, μιας και οι τουρκικές διεκδικήσεις παραμένουν.

Ο Ταγίπ Ερντογάν είχε δημοσιοποιήσει την τακτική του εν όψει της συνάντησής του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη λίγες ώρες νωρίτερα, όταν μίλησε σε εκδήλωση του Γερμανικού Ταμείου Μάρσαλ, λίγο πριν από την σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ.

«Ξεχνώντας» τις προαναγγελίες των προηγούμενων ημερών για επανέναρξη των ερευνών και των γεωτρήσεων σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο, ο πρόεδρος της Τουρκίας έφτασε να χαρακτηρίσει «σύμμαχο χώρα» την Ελλάδα, τονίζοντας μάλιστα πόσο θετικό είναι για «την σταθερότητα και την ευημερία στην περιοχή», η επανέναρξη των συνομιλιών Τουρκίας – Ελλάδας για την επίλυση των διμερών διαφορών.

Η ελληνική πλευρά δεν προσήλθε με ψευδαισθήσεις στη συνάντηση με τον Πρόεδρο της Τουρκίας. Άλλωστε, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε φροντίσει να στείλει το μήνυμα , μέσω της συνέντευξης στο France 24 , λέγοντας ότι πρέπει οι δυο πλευρές να μάθουν να ζουν με τις διαφορές τους. Παράλληλα, ο Πρωθυπουργός μίλησε για την διάθεση της χώρας μας να προωθήσει την «θετική ατζέντα» που διατυπώθηκε πρόσφατα από κοινού από τους αρμόδιους υφυπουργούς Εξωτερικών, Φραγκογιάννη και Ονάλ.

Μετά από αυτά, η διαπίστωση ότι το κλίμα στην 50λεπτη συνάντηση ήταν «θετικό» – και πάντως καλύτερο απο τις προηγούμενες φορές, μάλλον δεν προκαλεί έκπληξη. Στα 50 λεπτά που διήρκεσε το «περίπου» τετ α τετ των δύο ηγετών ( λόγω της συμμετοχής ως «διερμηνέα» του βασικού συμβούλου του Ερντογάν , Ιμπραήμ Καλίν, που οδήγησε στην παρουσία και της διευθύντριας του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού Ελένης Σουρανή) δεν τέθηκαν τόσο τα κύρια ζητήματα που χωρίζουν παραδοσιακά τις δύο χώρες, όπως η υφαλοκρηπίδα και η ΑΟΖ ( πέρα από τις αναφορές ότι η λύση για αυτά πρέπει να αναζητηθεί στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου) αλλα προβλήματα όπως το προσφυγικό και ο τουρισμός.

Σε ό,τι αφορά το προσφυγικό, ο Πρωθυπουργός κατέστησε σαφές ότι η Ελλάδα είναι διατεθειμένη να συνεργαστεί με την Τουρκία, εφόσον δεν επαναληφθούν οι γνωστές προκλήσεις όπως συνέβη στον Έβρο το Μάρτιο του 2020, με την προσπάθεια της Άγκυρας να προκαλέσει μία «απόβαση μεταναστών», μέσω του ποταμού.

Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι θα ήταν «ένδειξη καλής θέλησης» αν δεχόταν η Τουρκία τους 1.450 μετανάστες, των οποίων τα αιτήματα ασύλου έχουν απορριφθεί τελεσίδικα από τις ελληνικές Αρχές. Το ελληνικό αίτημα για τις επιστροφές εκκρεμεί από τον περασμένο Ιανουάριο, ενώ χωρίς αποτέλεσμα ήταν και η παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Back to top button