COVID-19 LIVE όλες οι εξελίξεις

ΔΗΜΟΦΙΛΗΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Τσαρούχης : «Οι Έλληνες ξέρουν να ανακαλύπτουν το ωραίο και να το γκρεμίζουν».

Σαν σήμερα, 20 Ιουλίου 1989, πέθανε ο Γιάννης Τσαρούχης- Ο μεγάλος ζωγράφος και σκηνογράφος θα "ζεί" πάντοτε στις καρδιές μας..

Της Καλλιόπης Χαραλαμποπούλου

 

Ο αγγελόφωνος Γιάννης Τσαρούχης έλεγε:

Η Ελλάδα είναι ωραία ως σκηνικό, αλλά όχι ως παράσταση.

Η Ελλάδα δεν είναι ούτε ανατολή, ούτε δύση, γι’ αυτό είναι υπό διωγμό.

– Στην Ελλάδα υπάρχει βρωμιά και ακαταστασία που δεν υπάρχει στο εξωτερικό κι αυτό αρέσει στους ξένους.

– Η Ελλάδα σπάνια βγάζει μεγάλους καλλιτέχνες, γιατί δεν μπορεί να τους συντηρήσει.

– Η Ελλάδα ζει από τις εξαιρέσεις.

– Στην Ελλάδα ποτέ δεν σου συγχωρούν την επιτυχία.

– Οι Έλληνες ξέρουν να ανακαλύπτουν το ωραίο και να το γκρεμίζουν.

– Οι Έλληνες κονταίνουν τον άλλον για να ψηλώσουν.

– Ο Έλληνας θέλει να μπει από το παράθυρο.

– Στην Ελλάδα είναι πιο εύκολο να κλέψεις από το να χαρίσεις.

– Αν στην Ελλάδα εφαρμοστούν οι νόμοι, θα πάψει να υπάρχει.

– Οι Έλληνες δεν μπορούν να ζήσουν με την αλήθεια, γι’ αυτό ζουν με παραμύθια.

– Ελληνικό είναι ό,τι απαγορεύει η Αστυνομία.

Γιάννης Τσαρούχης - O απελευθερωμένος Έλληνας | Fragilemag.gr

– Δεν έχω καμιά σχέση με τα κόμματα. Ουδέποτε ανήκα πουθενά, διότι είμαι κι εγώ άπιαστος όπως η Ελληνικότητα.

– Αθήνα: Απαίσιο σκηνικό, ωραία φωτισμένο.

– Κανένας στην Ελλάδα δεν ασκεί το επάγγελμα του.

– Αντιδρώντας στα «μη» των γιατρών: Δηλαδή να μη ζω για να ζω;

– Το κάπνισμα είναι μια μορφή αυτοκτονίας.

– Είσαι ακόμη φτωχός, γι’ αυτό φοράς ρολόι.

 

– Στη ζωή μου με υποστήριξε μόνο η δουλειά μου.

– Αν δεν ευχαριστιέσαι με τη δουλειά σου είναι δυστυχία και αρρώστια. Αν είναι παρηγοριά, πάει καλά. Ειδάλλως είναι φρίκη.

– Ό,τι έρχεται νωρίς, φεύγει και νωρίς.

– Δε ζήλεψα ποτέ στη ζωή μου. Επιθυμίες είχα που προσπάθησα πολύ να τις πραγματοποιήσω.

– Όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις, τόσο πιο μετριόφρων πρέπει να γίνεσαι.

– Η ματαιοδοξία δεν έχει όρια.

– Για να φτάσεις ψηλά στην Τέχνη, πρέπει να δεις τα αόρατα. Εγώ έχω δει μέρος αυτών και για λίγο. Είναι πολύ δύσκολο να τα δεις.

– Στην τέχνη πρέπει να υπάρχει ισορροπία τεχνικής και αυθορμητισμού.

– Ελευθερία και πειθαρχία η ζωγραφική.

– Αισθητική είναι η ορθογραφία.

Στον Πειραιά έμενε και μια άλλη θεία που κατοικούσε στην οδό Πραξιτέλους πούχε δυό αγόρια και τρία κορίτσια που έκαναν παρέα μ’ ένα νεαρό, όχι και πολύ πλούσιο, που λεγόταν Σταύρος Νιάρχος.

Το να βγεις περίπατο στον Πειραιά εκείνη την εποχή ήταν σα να σεργιανίζεις μια γιγάντια σκηνογραφία με βράχια και ωραία σπίτια με αγάλματα και αετώματα. Όταν κάποτε είδα σ’ ένα βιβλίο γαλλικό την εικόνα ενός τοπίου του Κλώντ Λοραίν, ρώτησα αν ήταν ο Πειραιάς την παλιά εποχή.

Από τότε μικρό παιδί ρέμβαζα αυτά τα τέλεια κυμάτια κορινθιακά ή ιωνικά καμωμένα από τραβηχτό σοβά. Όλα αυτά τα πράγματα με γέμιζαν θαυμασμό και συγχρόνως πλήξη.

Η πρώτη εντύπωση που έχω από ζωγραφική παρατήρηση είναι η εξής: μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση η ομοιότης των σχημάτων. Το ότι η μία τοιχογραφία στην εκκλησία που παρίστανε τον Άγιο Παντελεήμονα μπούστο, ήταν η ίδια με το εικονισματάκι που κρεμόταν στα σίδερα του κρεβατιού μου. Αυτή η διαπίστωση μου έφερε χαρά και ταραχή. Μια άλλη «ανακάλυψη» ήταν το ότι στην τύχη έμαθα πως το γαλάζιο και το κίτρινο δίνουν το πράσινο. Εκείνη την εποχή, σε ηλικία εφτά-οχτώ ετών, μου άρεσε να ζωγραφίζω σε μεγάλες κόλλες χαρτί συχνά 70Χ100 πάντα με παστέλ. Πολλές φορές συνήθιζα να σχεδιάζω πάνω σ’ έναν μαυροπίνακα με την κιμωλία. Εχώριζα στα δύο τον πίνακα με μία γραμμή κάθετο και δεξιά σχεδίαζα εγώ και αριστερά ένα άλλο παιδί συνήθως η ξαδέλφη μου. Όταν τελειώναμε, ο πίνακας πήγαινε σηκωτός από τους δυό μας στην κουζίνα για να ερωτηθούν «οι δούλες » ποιο είναι το καλύτερο απ’ τα δύο.

Κατά κανόνα άρεσε συνήθως του αλλουνού και όχι το δικό μου. Για να μη στεναχωριέμαι η μαγείρισσα εύρισκε πάντα τρόπο να μάθει ποιο είχα κάνει εγώ και έλεγε πως το προτιμούσε για να μ’ ευχαριστήσει.

Τα πρώτα-πρώτα «έργα» μου παρίσταναν αγίους με πρόσωπα κατάμαυρα σαν τις παλιές ασημωμένες εικόνες. Αυτό συνέβαινε για δυό σοβαρούς λόγους. Πρώτα γιατί δεν ήξερα, δεν μπορούσα να ζωγραφίσω ένα τέλειο πρόσωπο όπως επιθυμούσα και δεύτερο γιατί κατά σύσταση μιας άλλης ευλαβικής «δούλας» ήταν καλύτερο να μην παριστάνω πρόσωπα γιατί αυτά τα χαρτιά πετιόνταν κατά γης, πατιόνταν και στο τέλος κατέληγαν στα σκουπίδια, κι ήταν μεγάλη αμαρτία. Μη παριστάνοντας πρόσωπα, ήταν μικρότερη η «αμαρτία». Η ίδια αυτή «δούλα» η Μαριγώ είχε δει στον ύπνο της την Αγία Κυριακή κι ήταν καταματωμένη και με πληγές και την ρώτησε, πως είσαι έτσι σ’ αυτό το χάλι Αγία Κυριακή, κι αυτή απάντησε: όταν σας βάζουν τ’ αφεντικά σας να ράβετε Κυριακή το πετσί μου τρυπιέται, όταν σιδερώνετε Κυριακάτικα το κρέας μου καίγεται και πονάω, όταν σκουπίζετε ξεμερδιέται η σάρκα μου, γι’ αυτό δεν πρέπει να δουλεύουμε Κυριακή.

Ο Γιάννης Τσαρούχης (13 Ιανουαρίου 1910 – 20 Ιουλίου 1989) ήταν ζωγράφος και σκηνογράφος. Τα πρώτα του έργα τα εξέθεσε το 1929 στο Άσυλο Τέχνης. Η επιτυχία που σημείωσε τον οδήγησε να φοιτήσει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Παράλληλα μαθήτευσε κοντά στον Κόντογλου, ο οποίος τον μύησε στη βυζαντινή αγιογραφία, ενώ μελέτησε τη λαϊκή αρχιτεκτονική και ενδυμασία. Στο έργο του εκφράζεται κυρίως η χαρά και το θαύμα της ζωής. Προσπάθησε να ισορροπήσει τις μεγάλες παραδόσεις και να συλλάβει τις αιώνιες καλλιτεχνικές αξίες. Θεωρείται από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους με διεθνή προβολή και ιδιαίτερα στη Γαλλία.

CoverPhoto: Ο Γ. Τσαρούχης σε μια φωτό ζωγραφισμένη από τον ίδιο, μαζί με τον Δ. Φωτόπουλο και τον Μ. Χατζιδάκη

Back to top button