Όλα υπό πλήρη έλεγχο: Η ψηφιακή ταυτότητα και τα διαβατήρια υγείας επεκτείνονται και σε κατοικίδια και ζώα

Ανεξάρτητα από το αν η συζήτηση αφορά ανθρώπους, κατοικίδια ή ζώα εκτροφής, το συμπέρασμα που προκύπτει είναι παρόμοιο: τα συστήματα ψηφιακής ταυτοποίησης και τα «ψηφιακά διαβατήρια υγείας», που εφαρμόστηκαν ευρέως στους ανθρώπους κατά τη διάρκεια των lockdown, αρχίζουν πλέον να επεκτείνονται και στον ζωικό κόσμο, σύμφωνα με τη νέα έκθεση του ΟΗΕ για την «Τεχνητή Νοημοσύνη για το Καλό».

Η έκθεση τονίζει ότι η λογική παρακολούθησης, ιχνηλάτησης και ηλεκτρονικής καταγραφής που εφαρμόστηκε στους ανθρώπινους πληθυσμούς, τώρα υιοθετείται και για τα ζώα. Έτσι, άνθρωποι, ζώα αλλά και εμπορεύματα αναμένεται να φέρουν ψηφιακή σήμανση και να υπόκεινται σε συνεχή έλεγχο ταυτότητας και υγειονομικού ιστορικού με παρόμοιο τρόπο.

Η «Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών» (ITU), ο εξειδικευμένος οργανισμός του ΟΗΕ για τις ψηφιακές τεχνολογίες, δημοσίευσε μια ογκώδη έκθεση 866 σελίδων με τίτλο «UN AI for Good – Innovate for Impact, Interim Report 2025». Σε αυτήν αναλύονται δεκάδες εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης που ήδη βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης.

Στη σελίδα 33 περιγράφεται η «Περίπτωση Χρήσης 5», που αφορά την «Βιομετρική Καταγραφή Ζώων για την Ευημερία και την Παγκόσμια Υγεία». Εκεί αναφέρεται ξεκάθαρα ότι οι τεχνολογίες καταγραφής και παρακολούθησης που εισήχθησαν για να περιοριστεί η εξάπλωση του Covid-19, πλέον μεταφέρονται και στον χώρο των ζώων. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι τα επόμενα χρόνια θα δούμε συστήματα όπως ψηφιακές ταυτότητες για κατοικίδια, ηλεκτρονικά διαβατήρια για άλογα, ακόμα και ψηφιακά βιβλιάρια εμβολιασμών για κάθε είδος ζώου.

Όπως εξηγεί η έκθεση, το ψηφιακό σύστημα θα είναι σε θέση να αποθηκεύει και να εξάγει πληροφορίες που αφορούν την ταυτότητα, τους εμβολιασμούς και το ιατρικό ιστορικό κάθε ζώου. Τα παραδοσιακά μέσα αναγνώρισης —ετικέτες, ενώτια, μικροτσίπ— κρίνονται πλέον αναξιόπιστα, καθώς μπορούν να αλλοιωθούν ή να υποστούν βλάβη, δημιουργώντας κενά στα συστήματα καταγραφής και ελέγχου ασθενειών.

Η έκθεση αναφέρει επίσης τη νοτιοκορεατική εταιρεία iSciLab, η οποία επισημαίνει ότι τα κλασικά RFID μικροτσίπ είναι συχνά δαπανηρά, επεμβατικά και δύσχρηστα, ειδικά σε φτωχές περιοχές. Αυτό οδηγεί σε ακαταχώριστα ζώα, ανεπαρκή παρακολούθηση εμβολιασμών —όπως για τη λύσσα— και αυξανόμενους κινδύνους για την δημόσια υγεία.

Αν αντικαταστήσουμε στη συζήτηση τις λέξεις «ζώα» και «κατοικίδια» με «ανθρώπους» και τη λέξη «λύσσα» με «Covid», προκύπτει το ίδιο ακριβώς μοντέλο παρακολούθησης που βιώσαμε στην περίοδο των περιορισμών της πανδημίας.

Σύμφωνα με την έκθεση, το σύστημα θα επεκταθεί και στα παραγωγικά ζώα, όπως βοοειδή, πρόβατα και κατσίκες. Παράλληλα, σε συνεργασία με την Κορεατική Αρχή Ιπποδρομιών (KRA), σχεδιάζεται η ανάπτυξη ψηφιακού διαβατηρίου για άλογα, το οποίο θα συνδυάζει βιομετρική ταυτοποίηση με στοιχεία υγείας και επιδόσεων.

Η ανάγκη πλήρους παρακολούθησης ανθρώπων, ζώων και αγαθών παρουσιάζεται ως απαραίτητη για την εξασφάλιση διαχείρισης ασθενειών και διαφάνειας στην αλυσίδα εφοδιασμού. Ήδη από το 2017, ο Κλάους Σβαμπ του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ είχε προβλέψει ότι τα συστήματα παρακολούθησης θα εφαρμοστούν και στις μετακινήσεις των ανθρώπων, όπως εφαρμόζονται στα εμπορεύματα.

Σήμερα, το 2025, οι RFID τεχνολογίες σταδιακά υποχωρούν απέναντι σε πιο εξελιγμένες μεθόδους όπως η αναγνώριση προσώπου, η σάρωση ίριδας και τα βιομετρικά δεδομένα που συλλέγονται από κινητά τηλέφωνα. Για τα ζώα, η νέα τάση είναι η «βιομετρική σάρωση ρινικού αποτυπώματος», μια διαδικασία κατά την οποία το μοναδικό μοτίβο στη μύτη του ζώου λειτουργεί ως μέσο ταυτοποίησης.

Για τους ανθρώπους, η γκάμα των διαθέσιμων βιομετρικών εργαλείων είναι ακόμη μεγαλύτερη: από δακτυλικά αποτυπώματα και αναγνώριση προσώπου, μέχρι σκανάρισμα ίριδας, DNA, ακόμα και αναγνώριση βάδισης.

Exit mobile version