Πόλεμος στην Ουκρανία: «Η Ρωσία προελαύνει αργά αλλά σταθερά-Η καλύτερη ελπίδα του Κιέβου να σωθεί ίσως δεν είναι στο μέτωπο» γράφει ο Guardian

Μια Ουκρανία εμφανώς εξαντλημένη, αλλά τουλάχιστον όχι επισήμως ηττημένη, επιχειρεί να χαράξει πορεία προς το 2026 με ελάχιστες πραγματικά ευνοϊκές στρατιωτικές επιλογές.

Πόλεμος στην Ουκρανία: «Η Ρωσία προελαύνει αργά αλλά σταθερά-Η καλύτερη ελπίδα του Κιέβου να σωθεί ίσως δεν είναι στο μέτωπο» γράφει ο Guardian

Παρά τη συμφωνία για ένα δάνειο ζωτικής σημασίας ύψους 90 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο θα επιτρέψει στο Κίεβο να διατηρήσει τη σημερινή ένταση της άμυνάς του έως τα τέλη του 2027, οι προοπτικές στο πεδίο της μάχης δύσκολα αλλάζουν ριζικά, σημειώνει ο Guardian.

Στο χερσαίο μέτωπο, όλα δείχνουν ότι το μοτίβο των τελευταίων δύο ετών θα συνεχιστεί. Από το 2024, η Ρωσία διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων, όμως η προέλασή της παραμένει αργή και σταδιακή, βασισμένη κυρίως στη μαζική και διαρκή ρίψη ανθρώπινου δυναμικού στην πρώτη γραμμή. Κατά το 2025, οι ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν κατά μέσο όρο 176 τετραγωνικά μίλια τον μήνα έως τα τέλη Νοεμβρίου, με το τίμημα να εκτιμάται σε περίπου 382.000 νεκρούς και τραυματίες.

Στο πλαίσιο των τελευταίων ειρηνευτικών διεργασιών, ο Λευκός Οίκος υποστήριξε ότι η Ουκρανία κινδυνεύει να χάσει το υπόλοιπο 22% της επαρχίας Ντόνετσκ, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρά οχυρωμένων πόλεων Κραματόρσκ και Σλαβιάνσκ. Ωστόσο, με τον τρέχοντα ρυθμό ρωσικής προέλασης, μια τέτοια εξέλιξη θα απαιτούσε τουλάχιστον έναν χρόνο – πιθανότατα περισσότερο λόγω του αστικού χαρακτήρα της περιοχής – και θα στοίχιζε στη Μόσχα ακόμη 400.000 ή και περισσότερους νεκρούς, τραυματίες ή μόνιμα ανάπηρους. Ένα κόστος που το Κίεβο δηλώνει πρόθυμο να συνεχίσει να επιβάλλει.

Παρά ταύτα, παραμένουν σοβαρά ερωτήματα γύρω από τη στρατηγική αντοχή της Ουκρανίας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ιδιαίτερα καθώς η Ρωσία παρουσιάζει μικρές αλλά αξιοσημείωτες βελτιώσεις στις τακτικές της. Τρεις φορές μέσα στους τελευταίους έξι μήνες, η ουκρανική πρώτη γραμμή υποχώρησε: ανατολικά της Ντομπροπιλίας στο Ντόνετσκ τον Αύγουστο, βόρεια του Κουπιάνσκ στην επαρχία του Χαρκόβου στα τέλη του καλοκαιριού και στις αρχές του φθινοπώρου, και ξανά ανατολικά του Χουλιαΐπολε στη Ζαπορίζια τον Νοέμβριο.

Κοινός παρονομαστής αυτών των επεισοδίων ήταν η αδυναμία των εξαντλημένων ουκρανικών δυνάμεων να αναχαιτίσουν μικρές ομάδες Ρώσων διεισδυτών, οι οποίοι κατάφεραν να παρακάμψουν την άμυνα που βασίζεται στα μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Στην περίπτωση του Κουπιάνσκ, οι ρωσικές μονάδες αξιοποίησαν ακόμη και υπόγειους αγωγούς φυσικού αερίου για να αιφνιδιάσουν τους αμυνόμενους. Παρ’ όλα αυτά, η διείσδυση στη Ντομπροπιλία αναχαιτίστηκε έπειτα από δύο μήνες, ενώ στο Κουπιάνσκ οι αγωγοί κόπηκαν ή αποκλείστηκαν και, μέχρι τον Δεκέμβριο, οι ρωσικές δυνάμεις απωθήθηκαν.

Στη Ζαπορίζια, οι εδαφικές απώλειες ήταν περιορισμένες – περίπου έξι μίλια – όμως το επεισόδιο υπογράμμισε τα όρια της ουκρανικής άμυνας που βασίζεται στα drones. Παρότι τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη μπορούν να προκαλούν σημαντικές απώλειες έως και 10 μίλια πίσω από την πρώτη γραμμή, δεν μπορούν να αναπληρώσουν την έλλειψη επαρκούς και ξεκούραστου πεζικού. Ανατολικά του Χουλιαΐπολε, η 109η Ταξιαρχία κρατούσε τις θέσεις της επί τρία συνεχή χρόνια.

Σύμφωνα με τον οικονομολόγο Γιάνις Κλούγκε, η Ρωσία εξακολουθεί να στρατολογεί περίπου 30.000 άνδρες τον μήνα – αρκετούς για να καλύπτει τις απώλειές της, αλλά όχι αρκετούς για να επιτύχει μια αποφασιστική ανατροπή της κατάστασης. Η Ουκρανία στρατολογεί λιγότερους: παρότι επισήμως γίνεται λόγος για 27.000 τον μήνα, άλλες εκτιμήσεις ανεβάζουν τον πραγματικό αριθμό μόλις στο ένα τρίτο. Το ποσοστό απωλειών, ωστόσο, φαίνεται να είναι χαμηλότερο, πιθανώς γύρω στις 10.000 τον μήνα, σύμφωνα με δήλωση του Βολοντίμιρ Ζελένσκι τον Αύγουστο, με τους τραυματίες να υπερβαίνουν κατά πολύ τους νεκρούς.

Παρά τα στοιχεία αυτά, στο εσωτερικό της Ουκρανίας αυξάνονται οι ανησυχίες ότι η έντονη χρήση αντεπιθετικών ενεργειών τα τελευταία δύο χρόνια έχει δημιουργήσει στρατηγικά κενά. Η εισβολή στην περιοχή Κουρσκ της Ρωσίας τον Αύγουστο του 2024 ανέβασε προσωρινά το ηθικό, αλλά απέδωσε ελάχιστα σε βάθος χρόνου, πέρα από την επιβράδυνση της ρωσικής προέλασης σε άλλα σημεία. Αντίστοιχα, οι επιχειρήσεις γύρω από την αμφισβητούμενη πόλη Ποκρόβσκ κατανάλωσαν πολύτιμες εφεδρείες.

Οι επικριτές επισημαίνουν ότι τα λεγόμενα «συντάγματα Σίρσκι», υπό την άμεση εποπτεία του αρχιστρατήγου Ολεξάντερ Σίρσκι, έχουν υποστεί τόσο βαριές απώλειες ώστε τα διαθέσιμα ουκρανικά αποθέματα επαρκούν πλέον μόνο για την αντιμετώπιση επειγουσών κρίσεων. Μετά το Κουρσκ, η Ουκρανία φαίνεται να έχει χάσει την ικανότητα αιφνιδιασμού στο χερσαίο πεδίο.

Πόλεμος στην Ουκρανία: «Η Ρωσία προελαύνει αργά αλλά σταθερά-Η καλύτερη ελπίδα του Κιέβου να σωθεί ίσως δεν είναι στο μέτωπο» γράφει ο Guardian

Ο Μπόχνταν Κρότεβιτς, πρώην επιτελάρχης της Ταξιαρχίας Αζόφ και ένας από τους πιο προβεβλημένους βετεράνους του πολέμου, αποτελεί μία από τις ελάχιστες δημόσιες φωνές κριτικής. «Η Ουκρανία πρέπει να περάσει σε φάση δυναμικής άμυνας για τουλάχιστον έξι μήνες. Η απόλυτη προτεραιότητα είναι η δημιουργία εφεδρειών», τονίζει. Υπό αυτό το πρίσμα, το βασικό καθήκον της διπλωματίας του προέδρου είναι απλώς να κερδίσει χρόνο για ανάκαμψη – αν και η απώλεια εδαφών δυσχεραίνει το πολιτικό αφήγημα.

Το σχεδόν πλήρες αδιέξοδο στο μέτωπο έχει ωθήσει το Κίεβο να αναζητήσει πλεονέκτημα στο οικονομικό πεδίο. Παρά τους εντατικούς ρωσικούς βομβαρδισμούς στις ενεργειακές υποδομές και τις συχνές διακοπές ρεύματος στις πόλεις, η Ουκρανία εξακολουθεί να τροφοδοτεί το μέτωπο με ηλεκτρική ενέργεια, χωρίς εμφανή αποδυνάμωση της άμυνάς της. Το ηθικό των πολιτών, παρά τις επιθέσεις με drones και πυραύλους, δείχνει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα.

Σε αντίποινα, η Ουκρανία έχει πλήξει ρωσικά διυλιστήρια πετρελαίου και έχει εξαπολύσει όλο και πιο τολμηρές επιθέσεις κατά του «σκιώδους στόλου» δεξαμενόπλοιων της Μόσχας. Στόχος είναι η εκτόξευση του κόστους ασφάλισης, οι καθυστερήσεις και η αποτροπή πλόων. Καθώς τα έσοδα από το πετρέλαιο αποτελούν τον βασικό οικονομικό πνεύμονα του Κρεμλίνου, η μείωσή τους κατά 34% τον Νοέμβριο αποκτά ιδιαίτερη σημασία.

Μια ελπίδα του Κιέβου είναι μια ενδεχόμενη εσωτερική κατάρρευση της Ρωσίας μέσα στα επόμενα δύο χρόνια. Ωστόσο, μετά την αποτυχημένη πορεία του Γεβγκένι Πριγκοζίν προς τη Μόσχα, δεν υπάρχουν σαφή σημάδια εσωτερικής αμφισβήτησης. Η ρωσική οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται, αν και με βραδύτερο ρυθμό, με το ΔΝΤ να προβλέπει ανάπτυξη 0,6% για το 2025.

Στο πολιτικό πεδίο, οι εξελίξεις ίσως αποδειχθούν ταχύτερες, ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πολλά θα εξαρτηθούν από την αντίδραση του Ντόναλντ Τραμπ μετά τις μέχρι στιγμής αποτυχημένες προσπάθειές του για κατάπαυση του πυρός. Υπάρχει ο κίνδυνος ένας απογοητευμένος πρόεδρος να περιορίσει τη ροή πληροφοριών προς το Κίεβο αν ο Ζελένσκι επιμείνει στην άρνηση εδαφικών παραχωρήσεων, αν και μια πλήρης διακοπή της πώλησης όπλων θα αποτελούσε έκπληξη.

Ρεαλιστικά, η καλύτερη επιλογή της Ουκρανίας είναι να κρατήσει τη Ρωσία καθηλωμένη στο σημερινό, ουσιαστικά αδιέξοδο, ελπίζοντας ότι κάποια εξωτερική ή πολιτική μεταβολή θα αλλάξει τα δεδομένα. Το πρόβλημα, όμως, παραμένει: όσο ο Βλαντιμίρ Πούτιν θεωρεί ότι μπορεί να αποκομίσει οφέλη από διαπραγματεύσεις με τον Τραμπ, δεν έχει ουσιαστικό κίνητρο να σταματήσει τις μάχες.

Exit mobile version