Στεγαστική κρίση: Η αγορά κατοικίας στην Ελλάδα παρουσιάζεται φθηνή για τους ξένους επενδυτές και τους κατόχους «χρυσής βίζας», ενώ είναι εξαιρετικά ακριβή για τους Έλληνες μισθωτούς. Αυτή η διαπίστωση δεν προέρχεται από κάποιο κίνημα κατά της στεγαστικής κρίσης, αλλά προκύπτει από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), τα οποία κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την εκρηκτική αύξηση των τιμών των οικιστικών ακινήτων.
Στεγαστική κρίση: Τα οικιστικά ακίνητα στην Αθήνα ακρίβυναν σχεδόν κατά 90% από το 2017, όταν είχαν φτάσει σε ιστορικό χαμηλό εν μέσω της κρίσης. Πλέον έχουν ξεπεράσει κατά 4% το ιστορικό υψηλό του 2008, όταν οι τιμές ακινήτων βρίσκονταν στο ζενίθ.
Το ίδιο διάστημα οι μισθοί των Ελλήνων έχουν μειωθεί κατά 20%, κάνοντας όλο και πιο δύσκολη την αγορά κατοικίας. Όσοι έχουν ακόμα τη δυνατότητα να αγοράσουν δικό τους σπίτι, θα δώσουν περισσότερα χρήματα, για ένα παλιότερο και ενώ τα ακίνητα που αγοράζουν είναι και ακριβότερα και παλιότερα.
Τα παραπάνω στοιχεία, και πολλά περισσότερα παρουσιάστηκαν στο ετήσιο συνέδριο της Prodexpo για την αγορά ακινήτων, το μεγαλύτερο του είδους του στην Ελλάδα. Από τις τοποθετήσεις των ομιλητών αποτυπώνεται ανάγλυφα η στεγαστική κρίση και οι τρομακτικές της συνέπειες.
Όπως είπε στο συνέδριο Prodexpo η κ. Βασιλική Βλαχοστεργίου, αναπληρώτρια επικεφαλής του τομέα ανάλυσης αγοράς ακινήτων της ΤτΕ, μια άλλη σημαντική διαφορά με την «προ κρίσης» εποχή, είναι ότι το απόθεμα των ακινήτων προς πώληση είναι σήμερα ποιοτικά υποδεέστερο, καθώς είναι «γερασμένο».
Ο μέσος όρος παλαιότητας του ακινήτου που αγόραζαν οι Έλληνες το 2008 ήταν 20 ως 30 ετών, ενώ σήμερα είναι τα 40 έτη.
Το έλλειμμα σε ποιοτικά ακίνητα που να καλύπτουν τις ανάγκες των νοικοκυριών οφείλεται και στο «βούλιαγμα» της οικοδομικής δραστηριότητας την περίοδο της κρίσης – που παρά την μερική ανάκαμψη δεν έχει επανέλθει. Για παράδειγμα, ο αριθμός των οικοδομικών αδειών που εκδόθηκε μέσα σε ένα μόλις χρόνο, το 2005, όταν ο κατασκευαστικός τομέας ζούσε ακόμα εποχές «μετα-ολυμπιακής» μέθης, αντισοιχεί στον αριθμό των αδειών που εκδόθηκαν από το 2011 ως τις αρχές του 2024.
Μια άλλη «παρενέργεια» της μείωσης του οικιστικού αποθέματος και της αύξησης των τιμών, είναι η μείωση της ιδιοκατοίκησης. Ενώ στις δεκαετίες του ’80 και ’90 τα ποσοστά ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα έφταναν το 80%, την πρώτη δεκαετία του 2000 κυμάνθηκαν μεταξύ 75-77%, ενώ πλέον έχουν φτάσει σε ιστορικό χαμηλό, στο 69,6% σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Eurostat.
Στα αστικά κέντρα το ποσοστό ιδιοκατοίκησης είναι ακόμα χαμηλότερο, με την εκπρόσωπο της ΤτΕ να εκτιμά ότι στην Αθήνα κινείται γύρω στο 64%.
Η πιο δυσοίωνη πρόβλεψη έρχεται από τον πρόεδρο του Συλλόγου Μεσιτών Αττικής Δημήτρη Ποταμιάνο: Τα ενοίκια στην Αθήνα είναι πλέον τόσο υψηλά που σε λίγο καιρό οι ενοικιαστές απλώς δεν θα μπορούν να πληρώσουν.
Ο ίδιος εξέφρασε σκεπτικισμό για την αποτελεσματικότητα των μέτρων της κυβέρνησης για να αντιμετωπιστεί η στεγαστική κρίση. Είπε ότι τα προγράμματα «Σπίτι μου» είναι σε θετική κατεύθυνση, αλλά δημιουργούν πρόβλημα σε ό,τι αφορά τη ζήτηση.
Πρόσθεσε ότι η αγορά πλέον «ακολουθεί τους δικούς της ρυθμούς», προβλέποντας ότι το ράλι θα συνεχιστεί.
Το σοβαρότερο ζήτημα σύμφωνα με τον κ. Ποταμιάνο εντοπίζεται στις μισθώσεις: Τα υψηλά ενοίκια δεν θα μπορούν να πληρώνονται από τους μισθωτές σε λίγο καιρό και αυτό είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να το δει η πολιτεία.
H νέα γενιά των ενοικιαστών, η περίφημη Generation Rent, είναι σε μεγάλο βαθμό η γενιά του brain drain – που είναι με το «ένα πόδι έξω» από την Ελλάδα και δεν μπορεί ούτε θέλει να επενδύσει σε ακίνητα.
«H γενιά του Πολυτεχνείου έχει δανειστεί σε μεγάλο βαθμό και έχει επιβαρύνει τις επόμενες γενιές όσον αφορά την ιδιοκατοίκηση»
Αυτό προκύπτει από τις τοποθετήσεις ομιλητών όπως του Πάνου Λολώνη, προϊστάμενου της διεύθυνσης γεωχωρικών πηλοφοριών του φορέα «Ελληνικό Κτηματολόγιο».
Σύμφωνα με τον κ. Λολώνη η στροφή στο ενοίκιο και η μείωση της ιδιοκατοίκησης οφείλεται σε ένα συνδυασμό παραγόντων: στο έλλειμμα ακινήτων, ειδικά στην πρωτεύουσα, αλλά και στο ότι η κατοχή ακινήτου δεν είναι πλέον προσοδοφόρα και γίνεται μάλιστα «επαχθής» λόγω του ΕΝΦΙΑ, της έλλειψης χρηματοδότησης, του κόστους συντήρησης αλλά και της δυσκολίας στη διαδικασία μεταβίβασης.
Το ρητό «αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα», εξελίχθηκε στο «δάνεια γονέων, φεσώνουν τα τέκνα». Σύμφωνα με τον Κοσμά Θεοδωρίδη, αντιπρόεδρο του Συλλόγου Μεσιτών Αττικής, το πρόβλημα στην Ελλάδα έγκειται στο ότι «η γενιά του Πολυτεχνείου έχει δανειστεί σε μεγάλο βαθμό και έχει επιβαρύνει τις επόμενες γενιές όσον αφορά την ιδιοκατοίκηση».
Ο ίδιος εκτιμά ότι υπάρχουν περίπου δύο εκατομμύρια κενές κατοικίες, αλλά οι περισσότερες βρίσκονται στην επαρχία και έχουν εγκαταλειφθεί. Ο αντιπρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών συνέδεσε το φαινόμενο των άδειων σπιτιών της περιφέρειας, με την ερήμωση της υπαίθρου, τη συγκέντρωση πληθυσμού στην Αθήνα αλλά και τη φυγή των νέων στο εξωτερικό.
Ο κ. Θεοδωρίδης είπε ότι ενώ στην επαρχία τα ενοίκια παραμένουν χαμηλά, δεν υπάρχει καμία επιθυμία για διαμονή καθώς δεν υπάρχει ούτε καν ανεπτυγμένο δίκτυο μεταφορών – δηλαδή τρένα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Στεγαστική κρίση: Στο ενοίκιο όλο και περισσότεροι Έλληνες – Το αφήγημα της ανάπτυξης καταρρέει
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα