Η πολυσυζητημένη «σοκολάτα Ντουμπάι», που έγινε viral στα social media και πολιορκείται από λάτρεις των γλυκών διεθνώς, φαίνεται πως κρύβει μια σκοτεινή πλευρά. Νέα έρευνα που διεξήχθη στη Γερμανία αποκαλύπτει την παρουσία επικίνδυνων προσμείξεων σε απομιμήσεις του προϊόντος, οι οποίες κυκλοφορούν κυρίως μέσω εισαγωγών από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Τουρκία.
Καρκινογόνες ουσίες σε σοκολάτες «Ντουμπάι»: Τι αποκαλύπτει έρευνα για τις επικίνδυνες απομιμήσεις που κατακλύζουν την αγορά
Το γλυκό, που έγινε γνωστό χάρη στην Βρετανοαιγύπτια σοκολατοποιό Sarah Hamouda και περιλαμβάνει φιστίκι, τραγανό φύλλο τύπου «κανταΐφι» και ταχίνι, παρουσιάζεται ως μια μοναδική γαστρονομική εμπειρία. Ωστόσο, η περιορισμένη διαθεσιμότητα του αυθεντικού προϊόντος έχει οδηγήσει σε μαζική παραγωγή φθηνών απομιμήσεων από αμφίβολης ποιότητας παραγωγούς.
Σύμφωνα με την έρευνα του Γραφείου Χημικής και Κτηνιατρικής Εξέτασης (CVUA) της Στουτγκάρδης, έξι από τα οκτώ δείγματα σοκολάτας που εξετάστηκαν περιείχαν την καρκινογόνα ουσία 3-MCPD, η οποία σχηματίζεται κατά την επεξεργασία φοινικέλαιου σε υψηλές θερμοκρασίες. Σε πέντε από τα δείγματα, η συγκέντρωση της ουσίας ξεπερνούσε τα επιτρεπτά όρια ασφαλείας.
Επιπλέον, ανιχνεύθηκαν αφλατοξίνες, τοξίνες που παράγονται από μύκητες και σχετίζονται άμεσα με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, ενώ δεν είναι ανιχνεύσιμες από τη γεύση ή την οσμή. Παράλληλα, πολλές από τις απομιμήσεις περιείχαν έντονες πράσινες χρωστικές (E140, E141) ώστε να παραπέμπουν σε αυξημένη περιεκτικότητα φιστικιού, παραπλανώντας τους καταναλωτές.
Καρκινογόνες ουσίες σε σοκολάτες «Ντουμπάι»: Τι αποκαλύπτει έρευνα για τις επικίνδυνες απομιμήσεις που κατακλύζουν την αγορά
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί και το γεγονός ότι σε πέντε δείγματα, αντί για βούτυρο κακάο –το οποίο απαιτείται για να χαρακτηριστεί ένα προϊόν ως «σοκολάτα» σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία– εντοπίστηκαν φθηνά υποκατάστατα, όπως ηλιέλαιο και φοινικέλαιο.
Η Tina Potter, επικεφαλής του τμήματος διαχείρισης περιστατικών της βρετανικής Υπηρεσίας Τροφίμων (FSA), συνέστησε στους καταναλωτές να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά την αγορά γλυκών από το εξωτερικό και να απευθύνονται στις αρμόδιες τοπικές αρχές σε περίπτωση υποψίας παραπλανητικών ή επικίνδυνων προϊόντων.
Η έρευνα του CVUA βρίσκεται σε εξέλιξη και επεκτείνεται πλέον και σε προϊόντα που παρασκευάζονται εντός της ΕΕ, προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία της δημόσιας υγείας.