Τραμπ vs. Σι: Ποιος θα ρίξει πρώτος τους τόνους στον εμπορικό πόλεμο;

Καθώς η εμπορική σύγκρουση ΗΠΑ – Κίνας φουντώνει με εκατέρωθεν αύξηση δασμών, το παγκόσμιο ενδιαφέρον στρέφεται στους δύο ισχυρούς παίκτες: τον Ντόναλντ Τραμπ και τον Σι Τζινπίνγκ. Ποιος από τους δύο θα κάνει πρώτος πίσω — κι αν τελικά θα το κάνει κανείς;

Ο νέος γύρος της εμπορικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα εντείνεται, με αμοιβαίες αυξήσεις στους δασμούς που θυμίζουν περισσότερο κλιμάκωση παρά διαπραγμάτευση. Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ διατηρεί αισιόδοξο τόνο, υποστηρίζοντας πως η στρατηγική του αποδίδει. Από την άλλη, ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ επιμένει στην αδιάλλακτη στάση του, εμφανιζόμενος αμετακίνητος απέναντι στην πίεση της Ουάσιγκτον.

Στην τελευταία ενημέρωση του Λευκού Οίκου, η εκπρόσωπος Τύπου Καρολάιν Λίβιτ απέφυγε να απαντήσει ευθέως στο αν ο Τραμπ αναμένει από την Κίνα να κάνει την πρώτη κίνηση προς αποκλιμάκωση. Δήλωσε, ωστόσο, πως ο πρόεδρος παραμένει βέβαιος ότι “είναι οι άλλοι που χρειάζονται την Αμερική και όχι το αντίστροφο”.

Από τη ρητορική στην πραγματικότητα

Αναλυτές, ωστόσο, εκφράζουν αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα της πολιτικής Τραμπ. Η επιμονή του στον δασμολογικό πόλεμο έχει προκαλέσει έντονη αναστάτωση στις αγορές, ενώ ακόμα και στους κόλπους των υποστηρικτών του παρατηρούνται ρωγμές. Κάποιοι, όπως ο Μπιλ Άκμαν, αρχικά αντίθετοι στους δασμούς, δηλώνουν πλέον ότι η πίεση προς την Κίνα μπορεί να αποδώσει.

Η σκληρή γραμμή του Τραμπ έχει, πάντως, υποστηρικτές στη λεγόμενη “σκληροπυρηνική” βάση του, που δείχνει πρόθυμη να αποδεχθεί βραχυπρόθεσμες θυσίες με αντάλλαγμα μια “νίκη” των ΗΠΑ στον εμπορικό στίβο.

Ο απρόθυμος Σι και η κινεζική εσωστρέφεια

Ο Σι Τζινπίνγκ δεν αντιμετωπίζει εκλογικές πιέσεις, καθώς έχει κατοχυρώσει την παραμονή του στην εξουσία επ’ αόριστον. Αυτό του δίνει πλεονέκτημα ελιγμών, καθώς μπορεί να εστιάσει στη διατήρηση της πολιτικής του ισχύος και στη στρατηγική αναδιάρθρωση της κινεζικής οικονομίας. Χρησιμοποιεί τον εμπορικό πόλεμο ως πρόσχημα για τις επιβραδύνσεις στην ανάπτυξη, ενώ επιχειρεί να ενισχύσει τις σχέσεις με την ΕΕ — μια προσπάθεια που αποτυπώθηκε και στη χθεσινή συνάντησή του με τον Ισπανό πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ, με συμφωνία για εισαγωγές χοιρινού κρέατος.

Ο αντίκτυπος και στους δύο

Η Κίνα προσπαθεί να πετύχει ρυθμό ανάπτυξης 5% για το 2025, όμως οι εκτιμήσεις οικονομολόγων —όπως εκείνων της Goldman Sachs— είναι πιο απαισιόδοξες, με προβλέψεις ακόμα και για ανάπτυξη μόλις 2%. Ταυτόχρονα, η χώρα αντιμετωπίζει εσωτερικές προκλήσεις: κρίση στον τομέα ακινήτων, αυξημένη ανεργία στους νέους και κάμψη στην κατανάλωση.

Η πλευρά των ΗΠΑ καλείται επίσης να καθησυχάσει τους καταναλωτές της, ότι δεν θα πληρώσουν οι ίδιοι τον λογαριασμό των αυξημένων τιμών. Ο σύμβουλος του Τραμπ για θέματα Εμπορίου, Τζέιμσον Γκριρ, επιχείρησε να υποβαθμίσει τις τελευταίες κινήσεις του Πεκίνου, κάνοντάς τις να φαίνονται “αναμενόμενες”.

Καμία υποχώρηση στον ορίζοντα – αλλά ποιος θα αντέξει περισσότερο;

Καθώς η αντιπαράθεση συνεχίζεται, χωρίς ενδείξεις άμεσης υποχώρησης από καμία πλευρά, το ερώτημα παραμένει ανοιχτό: θα αντέξει η Κίνα την πίεση του Τραμπ ή οι ΗΠΑ θα αναγκαστούν να αναθεωρήσουν τη στάση τους, μπροστά στο ενδεχόμενο αρνητικών συνεπειών για την ίδια τους την οικονομία;

Μια λύση φαίνεται μακρινή — και οι διεθνείς αγορές κρατούν την ανάσα τους.

Exit mobile version